28/10/12

TZ. M . KOYΤΣΙ



«Είμαστε όλοι παίκτες στην παγκόσμια αγορά: αν δεν ανταγωνιστούμε ο ένας τον άλλον, πάμε χαμένοι». Η αγορά είναι ο τόπος μας, εκεί βρισκόμαστε. Τώρα πώς έγινε και βρεθήκαμε εκεί, μην ρωτάτε. Είναι σαν να γεννηθήκαμε σ’ έναν κόσμο που δεν ήταν στο χέρι μας να τον διαλέξουμε, από άγνωστους γονείς. Βρισκόμαστε εδώ, αυτό είναι όλο. Τώρα μοίρα μας είναι ο ανταγωνισμός.
  
Σε όσους πιστεύουν αληθινά στην αγορά δεν έχει νόημα να πεις ότι δεν βρίσκεις καμιά ευχαρίστηση να ανταγωνίζεσαι τους συνανθρώπους σου και ότι προτιμάς να αποσυρθείς. Μπορείς να αποσυρθείς αν το επιθυμείς, λένε, όμως οι ανταγωνιστές σου είναι βέβαιο ότι δεν θα το κάνουν. Με το που θα καταθέσεις τα όπλα σου, θα σε σφαγιάσουν. Είμαστε αναπόδραστα έγκλειστοι σε μια μάχη όλων εναντίον όλων.
Το βέβαιο είναι ότι την αγορά δεν την έφτιαξε ο Θεός – ούτε ο Θεός ούτε το Πνεύμα της Ιστορίας. Οπότε αν την φτιάξαμε εμείς, οι άνθρωποι, μήπως θα μπορούσαμε να τη χαλάσουμε και να την ξαναφτιάξουμε με πιο ανθρώπινη μορφή; Γιατί θα πρέπει να είναι ο κόσμος ένα αμφιθέατρο μονομάχων, όπου επικρατεί η λογική σκότωσε-για-να-μην-σε-σκοτώσουν, αντί να είναι, ας πούμε, μια κυψέλης όπου η συνεργασία θα είναι στο φόρτε της, μια μυρμηγκοφωλιά;
Είναι σαφώς υπέρ των τεχνών το ότι μπορεί να υποστηριχτεί πως, ναι μεν ο κάθε καλλιτέχνης πασχίζει ατομικά για το καλύτερο, οι προσπάθειες όμως να εμφανιστεί ο χώρος των τεχνών σαν ζούγκλα ανταγωνισμών είχαν ελάχιστη επιτυχία. Ο επιχειρηματικός κόσμος αρέσκεται να χρηματοδοτεί τον ανταγωνισμό στις τέχνες, και είναι ακόμα προθυμότερος να παρέχει αφειδώς χρήματα στα ανταγωνιστικά αθλήματα. Αντίθετα όμως από τον κόσμο του αθλητισμού, οι καλλιτέχνες ξέρουν ότι ο ανταγωνισμός δεν είναι η ουσία, ο ανταγωνισμός είναι δευτερεύον θέαμα εν ονόματι της δημοσιότητας. Το βλέμμα του καλλιτέχνη, εντέλει, δεν στρέφεται στον ανταγωνισμό, αλλά στο αληθινό, στο καλό και στο ωραίο.

(Είναι ενδιαφέρον το πώς η επέλαση του συμφεροντολόγου ατομισμού σε σπρώχνει στα άκρα του αντιδραστικού ιδεαλισμού.)


                   Από το «Ημερολόγιο μιας κακής χρονιάς» του Τζ. Μ. Κουτσί
                         σε μετάφραση Αθηνάς Δημητριάδου (εκδ. Μεταίχμιο)