24/2/13

Γιώργος Μπλάνας




Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη (από εδώ)

"Δεν απειλώ, ασύστατοι, ονειρεύομαι" γράφει ο Γιώργος Μπλάνας στο τελευταίο ποιητικό βιβλίο του, τα "Στασιωτικά" (εκδ. Γαβριηλίδης), δηλώνοντας ευκρινώς την πρόθεσή του. Ο ίδιος τοποθετεί την ποίησή του σε ταυτοσημία με τη ζωή, δεν αποστρέφει τη ματιά από τον ζόφο που βιώνουμε σήμερα και επιλέγει την ιστορία ως το κατ' εξοχήν εργαλείο αναστοχασμού.

Με την ευρεία αυτή σύνθεση, ένα ποιήμα-δοκίμιο για τον πολιτισμό, την ιστορία και την πορεία των ιδεών του δυτικού ανθρώπου στους τελευταίους αιώνες, καρφώνει το μαχαίρι στο κόκαλο της σημερινής πολυεπίπεδης κρίσης, όχι με ξόρκια και εύκολους εντυπωσιασμούς, αλλά επισημαίνοντας τα σημεία εκείνα στα οποία οφείλει η ματιά να επαναβεβαιώσει την κριτική της ικανότητα. Άλλωστε, η ποίηση, ως φορέας κοινωνικής παρέμβασης, ιστορικού αναστοχασμού και πολιτικού στοχασμού, στην περίπτωση του Γιώργου Μπλάνα δεν είναι σημερινή καταφυγή. Ποιητής της δράσης και όχι των περίλειστων χώρων, δοκιμιογράφος και μεταφραστής από τους πλέον έγκριτους, παρά τη διακριτική στάση και την έμφυτη ευγένειά του, δεν διστάζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Και στον δημόσιο λόγο που εκφέρει και στην ποίηση που δημιουργεί.

"Σε μια κοινωνία που οι νεκροί μιλούν πιο δυνατά από τους ζωντανούς, οι πολιτικοί βρικόλακες πρέπει να επιστρέψουν στους τάφους τους" λέει ορθά - κοφτά και συμπληρώνει αμέσως "αλλά η ελληνική κοινωνία έχει ήδη επιλέξει τη ζωή και μάχεται γι' αυτήν". Ξεκινώντας από το βαθιά πολιτικό έργο του "Στασιωτικά", το οποίο μας λέει πως έχει συνέχεια και πέραν της συγκεκριμένης συλλογής, μιλάει για την επανάγνωση της Ιστορίας, την κατανόηση του παρελθόντος προκειμένου να οριστούν σε στέρεη βάση τα βήματα στο μέλλον, για το μάθημα που έχουμε να πάρουμε από την επιμονή του Γλέζου να μάχεται, για τη διαμόρφωση της νέας ταυτότητάς μας ως κοινωνίας αλλά και για την καταστροφική και αυτοκαταστροφική πορεία του πολιτικού συστήματος.
  
Διαβάζοντας τα "Στασιωτικά", το τελευταίο σας ποιητικό βιβλίο, δημιουργείται η εντύπωση πως πρόκειται για μια ματιά στον κατακερματισμένο μας κόσμο, ένα ποιήμα-δοκίμιο για τον πολιτισμό, την Ιστορία, τη λογοτεχνία και τον στοχασμό του δυτικού ανθρώπου τους τελευταίους αιώνες. Αναγνώνω σωστά;

Εγώ θα τα χαρακτήριζα ένα κατακερματισμένο έπος για τους τρεις τελευταίους αιώνες. Αν ζούσα στον 19ο αιώνα θα επιχειρούσα να φτιάξω όχι ένα κατακερματισμένο αλλά ένα συγκροτημένο έπος. Βέβαια, από τεχνικής άποψης για να δημιουργηθεί ένα έπος, απαιτεί ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό στερεότυπων στίχων τους οποίους σήμερα δεν θα μπορούσαμε να ανεχθούμε.

Εξάλλου, ο κόσμος μας είναι τόσο κατακερματισμένος που θα υπήρχε κάποιο είδος υποκρισίας σε ένα "ολοκληρωμένο" ποίημα. Και το λέω αυτό από την άποψη πως τα τελευταία χρόνια έχει παρουσιαστεί μια τάση επιστροφής σε κλασικές αντιλήψεις, όχι μόνο για την ποίηση, αλλά και για την ίδια τη ζωή. Δεν είμαι καθόλου σύμφωνος με αυτού του είδους την τάση. Μου φαίνεται σαν αυτό που κάνει ένα παιδί όταν βρεθεί μπροστά στην αγριότητα του κόσμου. Τρέχει κοντά στη μαμά και στον μπαμπά κι αν μπορούσε να ξαναμπεί στη μήτρα της μητέρας του, θα το ευχαριστούσε περισσότερο.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι λύση η επιστροφή στη στερεοτυπία του παρελθόντος για να αντιμετωπίσεις τον κατακερματισμό του παρόντος. Ο κατακερματισμός είναι μια πραγματικότητα που μπορεί να έχει τη δική της δυναμική. Μπορεί να δημιουργεί αμηχανία στο υποκείμενο, αλλά παράλληλα του παρέχει τη δυνατότητα να συγκροτήσει τη δική του ταυτότητα.
  
Αντικατοπτρίζει και τη σημερινή πραγματικότητα. Πώς όμως το υποκείμενο μπορεί να συγκροτήσει τη νέα του ταυτότητα μέσα σ' αυτή την αποσύνθεση του δυτικού πολιτισμού που βιώνουμε σήμερα;

Υπάρχει κάτι "παράξενο" στη μοίρα των πολιτισμών. Αμέσως μόλις αρχίσουν να αποσυντίθενται, ελευθερώνουν το υποκείμενο. Αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς σαν κάποιου είδους ένστικτο αυτοσυντήρησης του πολιτισμού εν γένει, της ανάγκης του ανθρώπου να ζει και να δημιουργεί μέσα σε κοινότητες. Το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να στραφούμε προς το παρελθόν. Συνήθως οι περισσότεροι ξεχνάμε πως η αποσύνθεση είναι αποτέλεσμα του παρελθόντος και νομίζουμε πως η αναπαραγωγή του θα μας λύσει τα προβλήματα. Λείπει δηλαδή η κριτική ματιά.

Ωστόσο, ο Γκράμσι υπήρξε σαφής επ' αυτού όταν έλεγε ότι το παρόν είναι μια ερμηνεία του παρελθόντος. Αυτό σημαίνει ότι όταν επιστρέφουμε, στην ουσία καλούμεθα να ερμηνεύσουμε. Είχα από καιρό βαρεθεί να ακούω γύρω μου διανοούμενους να εκθειάζουν τις πριν από τη Μεταπολίτευση δεκαετίες, όταν ανακάλυψα πως την ημέρα που γεννήθηκα, 17/7/1959, οι εφημερίδες έγραφαν πως ο Μανώλης Γλέζος δικαζόταν για προδοσία. Γεννήθηκα δηλαδή τη στιγμή που η εξουσία χαρακτήριζε προδότη έναν ήρωα.
  
Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Γιατί και σήμερα η εξουσία ψεκάζει τον Γλέζο με χημικά καταπρόσωπο.

Αυτό ακριβώς ήθελα να πω. Το παρόν της κοινότητάς μου και το παρόν το δικό μου, το αποτρόπαιο παρόν που βιώνουμε σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα και αυτής της απαράδεκτης δίκης. Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα μέλλον διαφορετικό, αν δεν αναζητήσουμε στο παρελθόν εκείνο το στοιχείο που έμεινε εγκλωβισμένο από την εξουσία;

Αν δεν ερμηνεύσουμε, δηλαδή, εκείνη την εποχή. Φυσικά, το εγκλωβισμένο στοιχείο που πρέπει να αξιοποιήσουμε είναι η επιμονή του Γλέζου να μάχεται ανταποκρινόμενος στα κοινωνικά προτάγματα. Κάποτε κατέβασε τη ναζιστική σημαία, μετά έπρεπε να κατεβάσει από την εξουσία τις κυβερνήσεις των δοσιλόγων, τώρα συνεχίζει να μάχεται προσπαθώντας να κατεβάσει από την κυβέρνηση τη δουλικότητα, τη στασιμότητα και την αντιδραστική νοοτροπία. Συνεπώς, η επιστροφή στο ιστορικό παρελθόν θα μπορούσε να μας αποκαλύψει και άλλα δημιουργικά στοιχεία. Ακόμα και οι αρχαίοι έχουν να μας πουν κάτι για το παρόν μας. Αυτό προσπάθησα να κάνω στα "Στασιωτικά" με τους όρους της ποίησης. Να πω στο σημερινό ασύστατο, κατακερματισμένο υποκείμενο πως θα πρέπει να πιάσει από την αρχή κάποια άλλα νήματα της Ιστορίας. Υπάρχουν αυτά, αρκεί να τα αναζητήσουμε με τόλμη.
  
Καλά με το παρελθόν, με το μέλλον τι γίνεται;

Το μέλλον θα είναι αυτό που θα αποφασίσουν οι κοινωνίες για τον εαυτό τους. Στην Ελλάδα π.χ. αντιμετωπίζουμε προχωρημένη αποσύνθεση και βαθιά αδυναμία των μέσων που διαθέτουμε για να λύσουμε τα μικρά και μεγάλα προβλήματά μας. Οι ιδέες μας για το τι είμαστε, τι υπήρξαμε και τι θέλουμε να γίνουμε δεν βοηθούν με τη μορφή που έχουν σήμερα. Να μην τις δαιμονοποιήσουμε, κάποτε βοήθησαν πολύ και ενδεχομένως να έχουν ακόμη αναξιοποίητα στοιχεία μέσα τους.

Ο πατριωτισμός, η προσήλωση στην ιστορική μας συνέχεια και το θρησκευτικό συναίσθημα, όπως και να 'χει είναι στοιχεία που μας εξασφαλίζουν κάποια συνεκτικότητα. Από καιρό, όμως, στην ελληνική κοινωνία αναδύθηκαν δημιουργικές δυνάμεις, σε κάθε επίπεδο, που δεν μπορούν να εκφραστούν και να πυροδοτήσουν το μέλλον. Αν δούμε ρεαλιστικά αυτό που συμβαίνει σήμερα, θα πρέπει να παραδεχτούμε, αρχικά, ότι είναι ζήτημα ταξικής πάλης. Το πώς διεξάγεται και το γιατί εκφράζεται στην Ευρώπη με εθνικούς όρους είναι κάτι που οφείλουν να μελετήσουν οι θεωρητικοί και είμαι βέβαιος πως θα το κάνουν. Αυτό που πρέπει να κάνει η ελληνική κοινωνία είναι να ξανασκεφτεί τι εκφράζουν οι παράγοντες που κυβερνούν και αν μπορούν να αποδεσμεύσουν δημιουργικές δυνάμεις. Θεωρώ προφανές πως εκφράζουν την παρασιτική ολιγαρχία και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για την κρίση. Ακόμη και αν το ήθελαν, σέρνουν πίσω τους ανθρώπους και μηχανισμούς που τους τραβούν σαν βαρύδια προς τη διαιώνιση της αθλιότητας που οι ίδιοι δημιούργησαν.
  
Αυτή τη στιγμή, όμως, η κοινωνία μας μετρά ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, μπόλικες χιλιάδες άστεγους, αμέτρητους απελπισμένους ανθρώπους. Επιπλέον, παραπληροφόρηση και καταστολή. Από την άλλη, οι άνθρωποι του πολιτισμού και της σκέψης δεν φαίνεται να βρίσκουν κοινό τόπο για να εκφραστούν.

Έτσι κι αλλιώς το γεγονός ότι υπάρχουν καλλιτέχνες και διανοούμενοι είναι ήδη ένας κοινός τόπος. Υπάρχουν, νομίζω, καλλιτέχνες και διανοούμενοι που προσπαθούν να δείξουν ένα δημιουργικό μέλλον και άλλοι που επιλέγουν την κοινωνική στασιμότητα. Είναι μια σύγκρουση που έχει μέσα της μεγάλη δυναμική. Αλλά, όπως οι πολίτες περιμένουν από τους ανθρώπους της τέχνης κάποιο φως, έτσι και αυτοί περιμένουν κάποιο φως από τους πολίτες. Εδώ μπαίνει το ζήτημα της πολιτικής ομάδας που θα φροντίσει να δημιουργήσει ένα φωτεινό πλαίσιο για όλους.
  
Δεν βλέπετε να συμβαίνει κάτι τέτοιο;

Για μένα είναι προφανής η ύπαρξη αυτής της πολιτικής ομάδας. Την έχει ήδη αναδείξει η κοινωνία. Όσο για το πολιτικό σύστημα, έχει πανικοβληθεί και εφαρμόζει την τακτική του ό,τι προλάβουμε και αρπάξουμε. Δεν καταλαβαίνουν πως με την τακτική τους σε λίγο καιρό οι Έλληνες δεν θα έχουν να χάσουν ούτε τις "αλυσίδες" τους. Τελικά, η κατάσταση έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο παραλογισμού, που μόνο η ζωή και ο θάνατος είναι τα ισχυρότερα επιχειρήματα. Σε μια κοινωνία που οι νεκροί μιλούν πιο δυνατά από τους ζωντανούς, οι πολιτικοί βρικόλακες πρέπει να επιστρέψουν στους τάφους τους. Αλλά η ελληνική κοινωνία έχει ήδη επιλέξει τη ζωή και μάχεται γι' αυτήν.


Δώρο του ποιητή: εδώ, αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι, μπορείτε να διαβάσετε (ή και να αποθηκεύσετε) το βιβλίο του Γιώργου Μπλάνα "Παγκόσμια Ιστορία της Τρομοκρατίας". 

23/2/13

Η πολιτική γλίνα του νέου σκοταδισμού - του Νίκου Σκοπλάκη



Ο νεοφιλελευθερισμός των «μαύρων ταμείων» και η ολιγαρχία των κρατικοδίαιτων χρηματοδοτών ανέθεσαν στην υπερσυντηρητική συνομοσπονδία του κ. Σαμαρά να περαιώσει την προσφιλή τους μνημονιακή πολιτική οικονομικής λεηλασίας και κοινωνικής διάλυσης. Η Ν.Δ., φουσκωμένη σε «ευρωπαϊκό κεντροδεξιό μέτωπο», αναδεικνύεται όχι μόνο σε αιχμή αυτών των συμφερόντων, αλλά και σε εγχώρια εκδοχή των πιο οπισθοδρομικών και αυταρχικών ιδεών. Η επίπλαστη αμφισημία της αυτοσύστασής της αποδεικνύεται καλά υπολογισμένη απάτη, η οποία περικαλύπτει την πολιτική άγριας κοινωνικής καταπίεσης και της αντιδημοκρατικής χειραγώγησης.


Το πολιτικάντικο αλισβερίσι με τους επιτελείς της νεοφιλελεύθερης γραφειοκρατίας και ο επικίνδυνος εθνοφυλετισμός του κ. Σαμαρά συνήφθησαν με τη φαντασιωσική κάθεξη των συστημικών ελίτ στην πρακτική της φοροαποφυγής και στην αντίληψη του κράτους έκτακτης ανάγκης. Η παθολογική κύστη του παράπλευρου κράτους των εργολάβων κακοφόρμισε στην πληγή οικονομικής ύφεσης και αυταρχικής όξυνσης, που είναι οι εξαγγελίες της Ν.Δ. Η ελληνική Δεξιά δεν είχε απορρυπανθεί από τις ολιγαρχικές παραδόσεις της. Ως «ευρωπαϊκό κεντροδεξιό μέτωπο», ωστόσο, ενοφθάλμισε οργανικά στην επιπολάζουσα έννοια της διχαστικής εθνικοφροσύνης τα πιο δυσοίωνα ιδεολογήματα της νέας ακροδεξιάς και του ρατσισμού.


Αυτή η σύντηξη δεν έχει πλέον καμία σχέση με τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Είναι ένα κράμα επείσακτου και ιθαγενούς σκοταδισμού, που απειλεί να μας γυρίσει πίσω από τον 18ο αιώνα: Η νεοσυντηρητική ιδεοληψία της δεξιάς συνομοσπονδίας ζητά να υποκαταστήσει την κοινωνία των, κατά τεκμήριο, ισότιμων και ταξικά προσδιορισμένων πολιτών, που μέσω των οικονομικών και πολιτικών τους αιτημάτων εμβαθύνουν την ισότητα στο πλαίσιο ενός κράτους δικαίου, με μια κοινωνία νομοκατεστημένων στρωμάτων του ancien régime, όπου θα αναγνωρίζονται μόνο τα κυριαρχικά προνόμια των ανώτερων στρωμάτων. Οι επιτελείς της Ν.Δ. κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ για εξτρεμισμό, ενώ οι ίδιοι είναι οι μόνοι εξτρεμιστές: Εξτρεμιστές της πεπατημένης, την οποία προπαγανδίζουν με το πολιτικό τους κιτς και την οποία εκπροσωπεί ένα αμάλγαμα από λίγκες συμφερόντων στο εσωτερικό τους: Φεουδάρχες με εξαγνισμένα ή «διορθωμένα» πολιτικά και οικονομικά μητρώα, παραφυάδες της ΕΠΕΝ και πατραλοίες του ΛΑΟΣ, εργατοφάγοι του ιδιωτικοποιημένου κράτους της μαφιόζικης ανάπτυξης. Μόνο οι ακόλουθες φράσεις από το μυθιστόρημα του Μισέλ Τουρνιέ «Le Roi des Aulnes» (Gallimard, 1975, σελ. 104) μοιάζουν ικανές να αποδώσουν την αποκρουστική δημόσια εικόνα τους: «Συγκλονιστική και μακάβρια πινακοθήκη! Η χαμέρπεια, η ευτέλεια, η βλακεία ενσαρκώνονται με τρόπους [...], που είχαμε ήδη την ευκαιρία να αποθαυμάσουμε [...] σε άλλους συνδυασμούς». Με την, κατά Βίλχελμ Ράιχ, «γλώσσα της συγκινησιακής πανώλης», επιχειρούν να διαβρώσουν συνειδήσεις, με τα χωροφυλακίστικα ελληνικά της ΕΡΕ παραχαράσσουν την πραγματικότητα, με τα γυαλιστερά κοστούμια επιδεικνύουν σοβαροφάνεια στα μικροαστικά στρώματα που συμπίεσαν και εκβιάζουν κύρος στα φτωχά στρώματα που κατέστρεψαν. Ο βίος και η πολιτεία τους πλέουν ήδη «εις την μελανόλευκον», για να θυμηθούμε τον Μίνωα Αργυράκη.


Σύμφωνα με τον Κρίστιαν Έντσενσμπέργκερ (Grösserer Versuch über den Schmutz, Μόναχο, 1970, 49 κ.ε.), οι φορείς αυτής της αντίληψης για την εξουσία εξορίζουν τις διαφορετικές κοινωνικές συμπεριφορές στο περιθώριο της «τάξης» τους, όσο κι αν αυτές είναι άμεμπτες, χαρακτηρίζοντάς τις ρυπαρές. Όμως, αυτή ακριβώς η αντίληψη εξουσίας ρυπαίνει τα πάντα, επειδή «ποθεί το οικουμενικό χοιροστάσιο», όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Έντσενσμπέργκερ. Όσο περισσότερο επικαλείται την τάξη της, τον νόμο της και την καθαρότητά της, τόσο περισσότερο καταστρέφει με τους ρύπους της τις ανθρώπινες αξίες, τη δικαιοσύνη και την ισοπολιτεία. Η ενάσκηση μιας τέτοιας εξουσίας είναι πολύ βρόμικη υπόθεση.


Η παροξυσμική μορφή του εξτρεμισμού της πεπατημένης αυτοβαπτίζεται σε δημοκρατική αυθεντία. Ο πολιτικός βούρκος των τρομαγμένων οπαδών του status quo τροφοδοτείται από τα λύματα μιας βαρβαρότητας, την οποία οι ευρωπαϊκοί λαοί έχουν νικηφόρα αντιμετωπίσει. Με την ψήφο μας θα διαφυλάξουμε την πολιτική, κοινωνική και οικονομική δημοκρατία από τη γλίνα που εξαπλώνουν ο νεοσυντηρητικός σκοταδισμός, ο νόθος ευρωπαϊσμός και ο χρεωκοπημένος οικονομικός προσανατολισμός του «κεντροδεξιού μετώπου» και των δυνητικών συμμάχων του.



                                           ένα κείμενο του Νίκου Σκοπλάκη (ιστορικού) από εδώ  
                                                        με ημερομηνία δημοσίευσης 15/06/2012.



Σημείωση Μ.Κ.: Αναρτούμε το κείμενο του κ. Σκοπλάκη αφενός γιατί περιγράφει "προφητικά" τη σήψη της σημερινής κυβέρνησης (στην οποία ηγείται η χυδαία ακρο-δεξιά του Σαμαρά) και αφετέρου διότι βρίσκουμε απολαυστικό το μένος που χαρακτηρίζει τη γραφή του. Αφορμή για την ανάρτηση ήταν η συνάντησή μας με την "αποκολοκύνθωση".    

16/2/13

#3




Υπάρχει ένας εύκολος τρόπος για να εντοπίσει κανείς τους καθεστωτικούς λόγους (απ' όπου κι αν προέρχονται). Καταλήγουν πάντοτε στο παρακάτω συμπέρασμα: "Σκάστε και αποδεχτείτε αυτό που (σας) συμβαίνει."

15/2/13

Αθήνα, πόλη της κρίσης - του Θωμά Τσαλαπάτη



’ Οι πόλεις είναι ένα σύνολο πραγμάτων: απομνημονεύσεων, επιθυμιών, σημείων μιας γλώσσας. Οι πόλεις είναι τόποι ανταλλαγών, όπως εξηγούν όλα τα βιβλία της οικονομίας, αλλά οι ανταλλαγές αυτές δεν είναι μονάχα ανταλλαγές εμπορευμάτων, είναι και ανταλλαγές λέξεων, πόθων, αναμνήσεων.’’
                 (Ίταλο Καλβίνο, από την εισαγωγή του στο βιβλίο Οι αόρατες πόλεις

Πως βρεθήκαμε εδώ; Σε αυτό το εδώ, σε αυτό το τώρα. Αν υπάρχει ένα σημείο στη σύγχρονη Ελλάδα όπου η κρίση κατοικεί με όλη της την ένταση και όλη της την απλωμένη άνεση αυτό είναι η Αθήνα. Βολεύοντας τον εαυτό της καταχρηστικά, απλώνοντας το απειλητικό της σώμα στους καναπέδες κάθε σαλονιού της πόλης. Πρωτεύουσα που συγκεντρώνει και πολλαπλασιάζει κάθε κομμάτι της χώρας, σημείο που μάζεψε όλες τις παραγωγικές δυνάμεις,  τις παλιές ελπίδες και τις προσδοκίες που τώρα παρατά ορφανές. Η Αθήνα της κρίσης, μια πόλη στενή ανάμεσα σε δύο αναστεναγμούς.

Πόλη χτισμένη στη βιασύνη ενός αιώνα, έφερε εδώ ανθρώπους από κάθε άκρη της χώρας, μιλώντας για ένα οικονομικό θαύμα με τους αριθμούς να φουντώνουν απότομα. Και η ζωή απλώθηκε σε έναν νεόκτιστο κόσμο που τώρα καταρρέει. Ένα τοπίο που εκτείνει τις φλέβες του χωρίς ρυμοτομία , αυθαίρετα στον χρόνο και το χώρο. Ένας υποδοχέας επιθυμιών που τώρα τρέφονται από το άδειο. Μες την βιασύνη των δρόμων όλα συνορεύουν: ρεκλάμες και Παρθενώνες, νεοκλασικά και ερειπωμένες βιτρίνες, παρατημένες οικοδομές και σπασμένες κολώνες. Η πόλη αυτή μοιάζει να μην έχει παρελθόν, μόνο ιστορία. Χωρίς δική της ντοπιολαλιά να την μιλά ξέχωρα από τις άλλες πόλεις, χωρίς παραδοσιακές συνταγές να χορταίνει τη δική της μοναδικότητα, χωρίς θρύλους και παραδόσεις να ιστορούν τι υπήρξε πριν το τσιμέντο. Όχι παρελθόν, μόνο ιστορία. Και οι πρόσφατες περιοχές να αλλάζουνε όνομα, τα τοπωνύμια να ξαναβαφτίζονται από μια αρχαιοπρεπή χειρονομία, ή από μια απαίτηση εθνικής καθαρότητας,  καλύπτοντας την απόσταση από τα Λιόσια στο Ίλιον, από τις Κουκουβάουνες στη Μεταμόρφωση, από το Τουρκολίμανο στο Μικρολίμανο. Και ο ποιητής περπατά ακόμα στους λερούς, ασήμαντους δρόμους με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους…

Πόλη που στεγάζεις δανεικές αναμνήσεις. Χωρίς κατοίκους μόνο με μόνιμους επισκέπτες. Στα ονόματα των οδών και στις ταμπέλες σου, θα συναντήσουν τους τόπους καταγωγής τους και ίσως ένα ξεχασμένο Θυμάμαι. Χωριά, βουνά και νησιά αναμένοντας την σύντομη καλοκαιρινή επιστροφή, ενώ το παρελθόν μεταναστεύει στο μέλλον.  Κέντρο της απώλειας και πρωτεύουσα των μνημονίων εδώ θα μεταφέρεις τους μετανάστες σου, κατευθείαν από τις γραμμές των συνόρων, στοιβαγμένους σε νυχτερινά λεωφορεία παρατώντας τους σε ένα ξενόγλωσσο κέντρο. Χωρίς λέξεις, χωρίς ονόματα και οδούς να τους υπενθυμίζουν από πού ξεκίνησαν το ταξίδι τους.  Στα σπασμένα σου πεζοδρόμια θα στοιβαχτεί η ανεργία σου, μια αδιάκοπη βιασύνη γύρω από το τίποτα, μια σιωπή ανάμεσα σε δύο παύσεις. Πώς ξεριζωθήκαμε όλοι; Όλοι μας Εσωτερικοί Μετανάστες, ταξιδεύοντας ακίνητοι, ταξιδεύοντας μαζί με την πόλη προς το μέσα των σπλάχνων, ακίνητοι στην ξενιτιά του χρόνου. 

Πόλη φτιαγμένη για καλοκαίρι, χωρίς υπόστεγα, ανοιχτή σε κάθε καταιγίδα. Τα ποτάμια σου είναι σκεπασμένα και οι κοίτες τους μπαζωμένες. Που θα εκβάλει απόψε  η απελπισία του καθενός;  Και όλο μας το Εμείς διάτρητο, βομβαρδισμένο, με τα Εγώ του σκορπισμένα άναρχα σε μια επιφάνεια χωρίς πολεοδομία.( ‘’Εχθές το βράδυ στο μετρό/αγγίζονταν χιλιάδες σώματα/ κι ούτε ένα τσαφ για τα προσχήματα/ ούτε ένα τόσο δα ηλεκτρόνιο/κάτι/ ν’ ανατριχιάσει τα χαμένα βλέμματα’’* ). Και καθώς η νύχτα επιστρέφει, τα φανάρια είναι σπασμένα, τα μισά γράμματα των φωτεινών επιγραφών σβηστά τα ονόματα των μαγαζιών ακατάληπτα. Στο μισοσκόταδο το συναίσθημα κατοικεί εγκλωβισμένο, σαν σκυλί στα μπαλκόνια της Κυψέλης. Τη νύχτα η κούραση είναι ανηφόρα και όλη η πόλη κάθετη. Στις κορυφές του χειμώνα της ανεβαίνει ο καπνός απ τις σόμπες. Έρχεται από άλλες εποχές, άλλους τόπους. Σήμερα, άλλοι θα κάψουν ξύλα και άλλοι κάρβουνα, άλλοι μοναξιά και κάποιοι ίσως ερωτήσεις. Πως από τόσους δρόμους βρεθήκαν όλα εδώ; Σε μια βιαστική και ακαριαία χειρονομία του χρόνου. Τι σημαίνει τελικά Κρίση; Και που κατοικεί τελικά η Αθήνα;
 

*Το ποίημα είναι του Γιάννη Στίγκα, από την συλλογή  "Ο δρόμος μέχρι το περίπτερο’’


                                                          ένα κείμενο του Θωμά Τσαλαπάτη (από εδώ)

11/2/13

Συνέντευξη του Νόαμ Τσόμσκυ




Δουλειά, εκπαίδευση και ελευθερία

Ο Νόαμ Τσόμσκυ μιλάει για τα νεανικά του χρόνια, τις σπουδές, το παιχνίδι, τη χειραφέτηση


Θα ήθελα να ξεκινήσω με το εξής ερώτημα: Ποια είναι η ενασχόληση που πραγματικά σας γεμίζει; Να ξεκινήσουμε από την προσωπική σας ζωή και τη διπλή σας σταδιοδρομία στη γλωσσολογία και στον πολιτικό αγώνα, τι λέτε;

Αν είχα το χρόνο, θα περνούσα πολύ περισσότερο καιρό ασχολούμενος με τη γλώσσα, τη φιλοσοφία, τη γνωσιολογία, διανοητικά πεδία με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ωστόσο, μεγάλο μέρος της ζωής μου το αφιερώνω στη μία ή την άλλη μορφή πολιτικής δραστηριότητας: διάβασμα, συγγραφή, οργανωτική δράση, ακτιβισμό κ.ο.κ. Όλα αυτά  αξίζει πραγματικά να τα κάνουμε, είναι αναγκαίο, αλλά δεν είναι πάντα συναρπαστικά από διανοητική άποψη. Πολλές φορές είτε δεν καταλαβαίνουμε τίποτα είτε μένουμε σε ένα επιφανειακό επίπεδο. Το κάνω ωστόσο, επειδή είναι απαραίτητο. Το είδος της δουλειάς που πρέπει να καταλαμβάνει το βασικό μέρος της ζωής μας είναι  αυτό που θέλαμε να κάνουμε αν δεν πληρωνόμασταν γι’ αυτό: η ενασχόληση που προκύπτει από τις εσωτερικές μας ανάγκες, ενδιαφέροντα και ανησυχίες. 

Πιστεύετε λοιπόν ότι ένα άτομο ξέρει πραγματικά τι είναι αυτό που θέλει να κάνει;

Υπό τις κατάλληλες συνθήκες, ναι. Τα παιδιά, για παράδειγμα, είναι εκ φύσεως περίεργα — θέλουν να μάθουν τα πάντα, θέλουν να εξερευνήσουν τα πάντα, αλλά συνήθως αυτό φροντίζουν να τους το βγάλουν από το κεφάλι τους. Μπαίνουν σε πειθαρχημένες δομές, όπου τα πράγματα οργανώνονται με άκαμπτο τρόπο.  Γι’ αυτό το σχολείο είναι βαρετό· κι ωστόσο μπορεί να γίνει συναρπαστικό! Μέχρι τα δώδεκά μου πήγαινα σε ένα σχολείο οργανωμένο με βάση τις παιδαγωγικές αρχές του Τζων Ντιούι. Ήταν μια συναρπαστική εμπειρία, ήθελες να πηγαίνεις στο σχολείο.  Δεν υπήρχε κατάταξη και βαθμολογία. Βέβαια, υπήρχε μια κατεύθυνση, δεν έκανες απλώς ό,τι σου κατέβαινε.  Υπήρχε μια δομή, αλλά κυρίως μας ενθάρρυναν να καλλιεργούμε τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις μας,  και να συνεργαζόμαστε μεταξύ μας.

Στην πραγματικότητα, δεν ήξερα αν ήμουν καλός μαθητής έως ότου πήρα στο γυμνάσιο. Πήγα σε ένα γυμνάσιο στο οποίο υπήρχε αυστηρή αξιολόγηση και κατάταξη. Έπρεπε να πας στο πανεπιστήμιο, κι έπρεπε να περάσεις τα τεστ.  Ήταν κάτι πολύ διαφορετικό: έπρεπε να είσαι ο καλύτερος μαθητής, όχι απλώς καλός. Κι αυτό ήταν καταστροφή: έφτιαχνε ανθρώπους που πραγματικά δεν ξέρουν τι θέλουν να κάνουν. Αυτό συνέβη και με μένα: στο γυμνάσιο έχασα σχεδόν κάθε ενδιαφέρον. Το πρόγραμμα σπουδών του πανεπιστημίου ήταν αλήθεια συναρπαστικό: πολλά μαθήματα, σπουδαία μαθήματα! Αποδείχθηκε όμως ότι το πανεπιστήμιο ήταν σαν ένα διογκωμένο γυμνάσιο. Έπειτα από ένα χρόνο ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω· ήταν ζήτημα τύχης που δεν το έκανα. Έτυχε να γνωρίσω έναν διδάσκοντα που μου πρότεινε να παρακολουθήσω κάποια μεταπτυχιακά του σεμινάρια· στη συνέχεια παρακολούθησα και άλλα μεταπτυχιακά σεμινάρια. Αλλά δεν έχω καμία επαγγελματική κατάρτιση. Αυτός είναι ο λόγος που διδάσκω στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, το MIT — δεν έχω τα απαιτούμενα προσόντα για να διδάξω σε ένα  παραδοσιακό, ακαδημαϊκό πανεπιστήμιο.

Τι πιστεύετε για την εκπαίδευση σήμερα;

Μπορεί να είναι εξαιρετικά αλλοτριωτική — το διαπιστώνω από τα εγγόνια μου και τις παρέες τους. Βλέπεις παιδιά που δεν ξέρουν καθόλου τι θέλουν να κάνουν, έτσι καπνίζουν μαύρο, πίνουν, παρατάν το σχολείο, δοκιμάζουν κάθε είδος αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Κι αυτό γιατί έχουν και  ενέργεια και  ενθουσιασμό, αλλά δεν μπορούν να τα κάνουν τίποτα. Ακόμη και η έννοια του παιχνιδιού έχει αλλάξει. Το διαπιστώνω ακόμα και στην περιοχή όπου ζω. Η γυναίκα μου κι εγώ διαλέξαμε αυτό το μέρος, επειδή ήταν πολύ κατάλληλο για τα παιδιά μας: δεν είχε πολλά αυτοκίνητα στους δρόμους, υπήρχε ένα δάσος κοντά και τα παιδιά θα μπορούσαν να παίζουν στο δρόμο. Ήταν έξω κι έπαιζαν όλη την ώρα, γύρναγαν με τα ποδήλατά τους, έκαναν διάφορα. Σήμερα, τα παιδιά της περιοχής δεν τριγυρίζουν άσκοπα έξω από το σπίτι: είναι κλεισμένα μέσα παίζοντας βιντεοπαιχνίδια είτε μετέχουν σε οργανωμένες δραστηριότητες, όπως  προγράμματα σπορ φτιαγμένα από ενήλικες κ.ο.κ. Η έννοια του αυθόρμητου παιχνιδιού έχει χαθεί. Και αυτό είναι πολύ κακό, γιατί το αυθόρμητο παιχνίδι αποτελεί ένα πεδίο όπου καλλιεργείται και ανθίζει η δημιουργικότητα. Αν πρέπει να παίξεις στους δρόμους, αν παίζεις μπέιζμπολ μ’ ένα  σκουπόξυλο που μάζεψες από κάπου, αυτό είναι πολύ διαφορετικό από το να μετέχεις σ’ ένα οργανωμένο πρωτάθλημα, όπου θα πρέπει να φοράς στολή.

Πιστεύετε ότι είναι εύκολο οι άνθρωποι, σήμερα, να υπερβούν αυτές τις δομές που τους επιβάλλονται, που τους κάνουν να μην ξέρουν τι θέλουν αληθινά;

[…] Αν πάμε πίσω στον 19ο αιώνα, βλέπουμε ότι οι εργαζόμενοι, στις αρχές της Βιομηχανικής Επανάστασης, βρίσκονται σε ολομέτωπη αντίθεση με το βιομηχανικό σύστημα. Λένε ότι τους στερεί την ελευθερία τους, την ανεξαρτησία τους, τα δικαιώματά τους ως μελών μιας ελεύθερης δημοκρατίας, ότι καταστρέφει την κουλτούρα τους. Και πιστεύουν, ολοκάθαρα, ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ιδιοκτήτες των εργοστασίων και να τα διαχειρίζονται μόνο τους. Τον 19ο αιώνα στις ΗΠΑ, χωρίς καμία επιρροή του μαρξισμού ή οποιουδήποτε άλλου ευρωπαϊκού ρεύματος σκέψης, θεωρούνταν λίγο πολύ δεδομένο, στους κόλπους των εργατών, ότι η μισθωτή εργασία ταυτίζεται σχεδόν με τη δουλεία — και  διαφέρει μόνο επειδή είναι  προσωρινή. Αυτό ήταν τόσο ευρέως αποδεκτό,  ήταν κλισέ, και  έγινε σύνθημα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Για τους εργάτες στις πολιτείες του Βορρά, αυτή ήταν η σημαία κάτω από την οποία πολέμησαν: ότι η μισθωτή σκλαβιά είναι εξίσου κακή με τη δουλεία.

Αυτή η αντίληψη έπρεπε να ξεριζωθεί από τα μυαλά των ανθρώπων. Ωστόσο, νομίζω ότι δεν έχει θαφτεί εντελώς, μπορεί να αναδυθεί ανά πάσα στιγμή. Θα μπορούσε να επανέλθει σήμερα: ο Ομπάμα έχει, πάνω κάτω, στα χέρια του την αυτοκινητοβιομηχανία και κλείνει εργοστάσια αυτοκινήτων, την ίδια στιγμή που υπογράφει συμφωνίες  με την Ισπανία και τη Γαλλία για την κατασκευή υποδομών σιδηροδρόμου υψηλής τεχνολογίας, όπου οι ΗΠΑ είναι πολύ πίσω, χρησιμοποιώντας ομοσπονδιακούς πόρους. Αργά ή γρήγορα οι  άνθρωποι που δουλεύουν στο Ντιτρόιτ θα πουν: Μπορούμε να το κάνουμε εμείς· ας πάρουμε σα χέρια μας το εργοστάσιο και να τα κάνουμε. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναγέννηση της βιομηχανίας στη χώρα μας, και θα ήταν  βέβαια τρόμος για τις τράπεζες και την ιθύνουσα τάξη.



Η συνέντευξη, η οποία δημοσιεύεται εδώ αποσπασματικά, δόθηκε στον Michael Kasenbacher του New Left Project, 24.12.2012 (goo.gl/HBP4A)

Μετάφραση: Λ. Ροδάμνης

9/2/13

Νίκος Σκαλκώτας



Αυτό είναι από τα ωραία: τούτες τις μέρες, δεν ξέρω πως, δεν ξέρω από που, μου ήρθε η παρόρμηση να ξανακούσω Νίκο Σκαλκώτα και, γενικότερα, να τον ψάξω περισσότερο. Και βλέπω ξάφνου ότι χθες κάποιος ανέβασε στο διαδίκτυο την πρόσφατη εκπομπή του Παρασκηνίου την αφιερωμένη στον Σκαλκώτα, την οποία σκηνοθέτησε ο Γιώργος Σκεύας (και η οποία επαναπροβλήθηκε προχτές στην ΕΤ-1). Αυτές οι συμπτώσεις (;) μου αρέσουν πολύ.


7/2/13

περιοδικό σημειώσεις




                                               Αυτοί που σας οδήγησαν ως εδώ,
                                               κι αφού σας τα πήραν όλα,
                                               θα σας ζητήσουν τώρα και το μυαλό σας
                                               - να παραδώσετε δηλαδή τη λογική σας
                                               στην οργή είτε στην ελπίδα.

                                               Αυτοί που σας οδήγησαν ως εδώ
                                               και τώρα φαίνονται ν' αποχωρούν
                                               στα υπόγεια ή στα ρετιρέ της Ιστορίας
                                               κατισχυμένοι ή "δικαιωμένοι"
                                               έχουν αφήσει τ' αυγά του φιδιού
                                               στη λερωμένη φωλιά τους.

                                               Ιδού, έρχονται πίσω τους
                                               τα νόμιμα και τα νόθα τέκνα τους.
                                               Στην επόμενη γωνία σας περιμένουν
                                               ροπαλοφόροι
                                               οι άγαρμποι νυχτερινοί υπηρέτες
                                               γραβατοφορεμένων δολοφόνων της ημέρας.

                                               Χειροκροτείστε τους λοιπόν!
                                               - είναι οι δήμιοί σας.

                                               (Αυτοί που σας τα πήραν όλα
                                               θα σας ζητήσουν τώρα και το μυαλό σας).

                                                                                                                                "σημ."


 Από το τεύχος 76 (Δεκέμβριος 2012) του περιοδικού σημειώσεις.
Ο πίνακας είναι του Valentin Serov.

6/2/13

Συνέντευξη του Μανώλη Αγγελάκη




Συνέντευξη στον Θάνο Μαντζάνα (από εδώ)

Ο Μανώλης Αγγελάκης αφοσιώθηκε στη μουσική από πολύ νεαρή ηλικία, ξεκινώντας να παίζει κιθάρα στην εφηβεία του, όπως και τόσοι πολλοί άλλοι. Και αν οι σπουδές ηχοληψίας στην Αγγλία τού έδωσαν ένα επάγγελμα από το οποίο βιοπορίζεται, η καρδιά του σίγουρα ανήκει ή καλύτερα είναι αφιερωμένη στο να γράφει και να παίζει μουσική, μια μουσική με κύρια επιρροή κατά πρώτο λόγο την αγάπη του για το blues και κατά δεύτερο εκείνη για τους «μουσικούς του δρόμου», δραστηριότητα στην οποία ολοφάνερα είχε επιδοθεί και ο ίδιος αρκετά κάποτε. Η αγάπη του αυτή εκδηλώνεται με δύο τρόπους, κατ’ αρχήν στα μέχρι τώρα δύο albums (συν δύο singles και ένα EP) των Illegal Operation στους οποίους όχι μόνον, είναι κιθαρίστας αλλά και βασικός τραγουδιστής.

Εκείνο όμως που μας ενδιαφέρει στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η προσωπική του δουλειά, οι συνολικά τέσσερις δίσκοι που έχει κυκλοφορήσει από το 2000. Ο πιο πρόσφατος από αυτούς, το «Ο Άνθρωπος Βόμβα», ήρθε στα τέλη της περσινής χρονιάς και θα μπορούσε κανείς να πει ότι συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το -επίσης πολύ καλό- «Τι Κάνουν Οι Σκιές Τη Νύχτα» του ’11. Αναμφίβολα, η πλέον ώριμη δουλειά του Μανώλη Αγγελάκη, το «Ο Άνθρωπος Βόμβα», χαρακτηρίζεται από το λιτό μεν -αλλά και αποφασιστικά... ηλεκτρικό, όταν ο ίδιος το κρίνει απαραίτητο- μουσικό ύφος και τον χαμηλό, σχεδόν «εξομολογητικό» τόνο των τραγουδιών του, ενώ ο συντονισμός με την κοινωνία και την εποχή που διέπει τους στίχους του είναι ακόμα πιο ουσιαστικός και βαθύτερος από όσο στο προηγούμενο album του. Αυτή τη φορά ο Μανώλης Αγγελάκης καταθέτει με απόλυτα νατουραλιστικό, συχνά ακόμα και «ωμό» και βέβαια ειλικρινή στο έπακρο τρόπο το αποτύπωμα που αφήνει στην ψυχή και στο έργο ενός δημιουργού, με κεραίες περισσότερο και από ευαίσθητες ως προς το κοινωνικό σύνολο, εντός του οποίου ζει μια τόσο χαλεπή από κάθε πλευρά περίοδος όπως αυτή που είναι για τη χώρα μας τα τελευταία τρία χρόνια.

Τι ακριβώς συμβολίζει η μεταφορά του τίτλου; «Ο Άνθρωπος Βόμβα» θα μπορούσε ίσως να είναι και ένας τρομοκράτης, όπως για παράδειγμα αυτός/οί που χτύπησαν το The Mall πριν λίγες ημέρες;

Ο «άνθρωπος βόμβα» είναι ένας άνθρωπος έτοιμος να εκραγεί, μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Θα μπορούσε να είναι ένας βομβιστής αυτοκτονίας, ο οποίος αυτοκτονώντας παίρνει και άλλους μαζί του. Από την άλλη, θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε από εμάς που καταπίνουμε και συσσωρεύουμε καθημερινά ταπεινώσεις και εξευτελισμούς χωρίς να αντιδρούμε και ξεσπάμε κάποια στιγμή επί δικαίων και αδίκων στο σπίτι μας, στη δουλειά μας, στον δρόμο... Από την άλλη, ο βομβιστής που τοποθετεί ψύχραιμα μια βόμβα και κάθεται να παρακολουθήσει την έκρηξή της εκ του μακρόθεν κατά την άποψη μου δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία.

Θεωρείτε τις προσωπικές σας δουλειές κάτι ολότελα ξεχωριστό από αυτό που κάνετε με τους Illegal Operation;

Υπάρχουν πολύ μεγάλες διαφορές. Πρώτη είναι φυσικά η γλώσσα, που στη δική μου δουλειά είναι η ελληνική, ενώ στους Illegal Operation η αγγλική. Δεύτερη είναι η κατεύθυνση, τους Illegal Operation είναι καθαρά επηρεασμένη από την αμερικανική μουσική παράδοση, ενώ στη δική μου δουλειά υπάρχουν στοιχεία -άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο έντονα- από την ελληνική αστική μουσική. Η μεγαλύτερη όμως διαφορά είναι στον τρόπο δουλειάς. Σαν Μανώλης Αγγελάκης συνθέτω και ολοκληρώνω όλη τη διαδικασία της παραγωγής μόνος μου, ενώ στο γκρουπ η σύνθεση, η εκτέλεση και η παραγωγή είναι μια απολύτως ομαδική διαδικασία.

Ποιες είναι οι κυριότερες διαφορές του καινούργιου δίσκου από το «Τι Κάνουν Οι Σκιές Τη Νύχτα»;

Στιχουργικά είναι η πρώτη φορά που επιλέγω να μελοποιήσω ποίηση. Μουσικά υπάρχουν σε μικρότερο βαθμό ή πιο τεχνηέντως κρυμμένες οι επιρροές μου από την ελληνική παράδοση. Ως προς την παραγωγή και γενικότερα τον ήχο, τέλος, ο δίσκος αυτός είναι πιο «καθαρός» και λιτός.

Τι σας έκανε αντίστοιχα να μελοποιήσετε τα συγκεκριμένα ποιήματα των Καβάφη, Λειβαδίτη, Σουρή και Τσαρδάκα;

Η ποίηση με συγκινεί, εσωτερικά και πολύ βαθιά... Τα συγκεκριμένα ποιήματα, εκτός του ότι με εκφράζουν απόλυτα, μου ήταν και πολύ πρόσφορα ως προς την μελοποίησή τους.

Η ιδιότητά σας του ηχολήπτη πόσο εμπλέκεται και επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα των δίσκων σας;

Στην προσωπική μου δουλειά, σύνθεση, εκτέλεση, παραγωγή και ηχοληψία γίνονται από εμένα. Οι ηχοληπτικές μου ικανότητες -ή και αδυναμίες...- παίζουν λοιπόν πρωτεύοντα ρόλο στην τελική μορφή του υλικού, αλλά ακόμα και στην ενορχήστρωση των κομματιών.

Το «Τα Χριστούγεννα Φέτος Δεν Θα Έρθουν» γράφτηκε για αυτά του ’08, του ’12 ή για κάθε «εορταστική» περίοδο;

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε γιατί έχω βαρεθεί να εξαρτάται η ευζωία και ευτυχία μου από οικονομικούς (ή μήπως οικονομικίστικους;) και κυρίως καταναλωτικούς παράγοντες. Μπορώ να περνάω καλά και χωρίς να καταναλώνω, ζώντας ελεύθερα, παρέα με τους φίλους μου και σπαταλώντας αγάπη, συντροφικότητα και δημιουργικότητα αντί για χρήματα.

Όπως και στις προηγούμενες δουλειές σας, οι στίχοι του album είναι σαφέστατα κοινωνικοί. Θα λέγατε όμως ότι αυτή τη φορά έχουν και πιο ξεκάθαρο πολιτικό περιεχόμενο;

Δεν συμφωνώ και τόσο με αυτό, σίγουρα όλοι οι δίσκοι μου έχουν κοινωνικό περιεχόμενο. Ίσως, επειδή διανύουμε μια πολύ έντονη από πολιτικής άποψης περίοδο, να εκλαμβάνεται από τον ακροατή ως μια πιο αμιγώς πολιτική τοποθέτηση αλλά πιστεύω ότι, αν όντως συμβαίνει αυτό, οφείλεται περισσότερο στη διάθεση του ίδιου του δέκτη πάρα στους στίχους μου.

Ποια πιστεύετε ότι είναι η αληθινή φύση της κατά πρώτο λόγο οικονομικής κρίσης που βιώνουμε όλοι και ποια η βαθύτερη και ουσιαστική αιτία που την προκάλεσε; Πώς αντιδράτε σε αυτή προσωπικά αλλά και ως δημιουργός και μουσικός;

Κατ' αρχήν δεν είμαι οικονομολόγος για να μπορώ να εκφέρω εμπεριστατωμένη άποψη για τη σημερινή οικονομική κρίση, αλλά και ούτε θέλω να μπω στο παιχνίδι αυτό. Αρκετές απόψεις, ειδικών και μη, έχουμε εξάλλου ακούσει ως τώρα... Αυτό που με θλίβει όμως βαθύτατα είναι η κρίση που μας μαστίζει τα τελευταία τριάντα χρόνια και δεν δίνουμε δεκάρα γι’ αυτήν. Αυτή την κρίση, που είναι κρίση αξιών και ήθους, είναι που φοβάμαι και πολεμώ με όλο μου το είναι!

Και τα προσεχή σχέδια σας, σχετικά με αυτό το album αλλά και γενικότερα;

Τα σχέδιά μου είναι να συνεχίσω να ζω με τις ίδιες αξίες, να γίνομαι κάθε μέρα καλύτερος άνθρωπος, να αγαπώ και φυσικά να παίζω και να γράφω μουσική.

Όπερ σημαίνει ότι ο Μανώλης Αγγελάκης είναι ένας από τους ανθρώπους που έχουν συλλάβει πολύ καλά μια από τις μεγαλύτερες αλήθειες της ζωής, ότι τα απλούστερα και θεωρούμενα ως «μικρά» πράγματα είναι τελικά και τα σημαντικότερα...

4/2/13

Επιχειρούν να νομιμοποιήσουν τα βασανιστήρια - Να τους σταματήσουμε!




Η δημοσιοποίηση των φωτογραφιών των συλληφθέντων της Κοζάνης αποτελεί ποιοτικό άλμα στην επιχείρηση εκφασισμού της ελληνικής κοινωνίας. Τα βασανιστήρια μόνο άγνωστα δεν είναι στα αστυνομικά τμήματα. Ιδιαίτερα μάλιστα τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της μνημονιακής λαίλαπας και της αντιμεταναστευτικής υστερίας, οι ξυλοδαρμοί, οι κακοποιήσεις και οι εξευτελισμοί κρατούμενων από αστυνομικούς τείνουν να γίνουν σύνηθες φαινόμενο.

Για πρώτη φορά όμως, με τη δημοσίευση των φωτογραφιών των βαριά χτυπημένων συλληφθέντων της Κοζάνης, η εξουσία εμφανίζεται να περηφανεύεται για τα κατορθώματά της και να διεκδικεί δημόσια το δικαίωμα της να παρανομεί στο όνομα της υπεράσπισης της νομιμότητας . Το μνημονιακό καθεστώς δεν θέλει πια να κρύψει ότι στα τμήματα πέφτει άγριο ξύλο. Θέλει να το διατυμπανίσει και  να νομιμοποιήσει τα βασανιστήρια. Ο στόχος βέβαια είναι η κατατρομοκράτηση της χειμαζόμενης κοινωνίας.  Το καθεστώς που ξεκίνησε το σπιράλ της διογκούμενης βίας με τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, κάνει τώρα ότι μπορεί για να γυρίσουμε στο Μεσαίωνα των κολαστηρίων.

Η οικοδόμηση ενός μαζικού ανατρεπτικού κινήματος που θα βάλει φραγμό στη βαρβαρότητα δεν αποτελεί μόνο ύψιστο πολιτικό καθήκον. Είναι στοιχειώδης πράξη υπεράσπισης του πολιτισμού.

Αθήνα, 3/2/2013

Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα

3/2/13

Ούτε λεφτά ούτε ιδέες - του Νίκου Γ. Ξυδάκη




Δεν πρόκειται για κρίση, αλλά για καταστροφή. Ο φίλος που μου το έλεγε αυτό χθες είναι πολύπειρος δημοσιογράφος, καλλιεργημένος και κοσμοπολίτης, συνήθως πολύ νηφάλιος και συγκρατημένος στις εκφράσεις του. Η κρίση είναι παροδική, τα αποτελέσματά της είναι αναστρέψιμα· η καταστροφή αφήνει πίσω της ερείπια, μη αναστρέψιμα ― συμπλήρωσε. Μου εξήγησε κι άλλα, για τον βαθύ κοινωνικό μετασχηματισμό που προκαλούν η μακρόχρονη ύφεση και ανεργία, για την οριστική πτώση των αδύναμων στρωμάτων κάτω από το όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, για τη δομική φτώχεια και την απελπισία. Δεν μπορούσα να διαφωνήσω. Αλλωστε την ίδια μέρα διαβάζαμε στον τύπο την αγωνιώδη έκκληση δώδεκα επιφανών Ευρωπαίων συγγραφέων· υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη δεν περνά κρίση, αλλά πεθαίνει όπως την ξέραμε, ότι απειλείται η δημοκρατία και ο πολιτισμός της. (Και νωρίτερα, αλλιώς, οι Γιούργκεν Χάμπερμας, Πέτερ Μπόφινγκερ και Γιούλιαν Νίντα- Ρίμελιν)

Από την αρχή της ελληνικής κρίσης διακρίναμε την βαθύτατα πολιτική φύση της, τα ηθικά και πνευματικά αίτια που μας οδήγησαν στο οικονομικό ρήγμα. Αλλωστε δεν είναι μόνο ελληνική, είναι κρίση αξιακή στον πυρήνα των δημοκρατικών κρατών της Δύσης, είναι κρίση της δημοκρατίας και κρίση της πολιτικής, και είναι κρίση ανθρωπολογική, στο μέτρο που οι πολίτες-παραγωγοί εξέπεσαν σε υπερχρεωμένους πελάτες και καταναλωτές, χειραγωγούμενοι και τρομοκρατούμενοι. Στο φόντο πάντα υπέβοσκε η σύγκρουση για την κυριαρχία· η κρίση κατέδειξε τη σύγκρουση και μαζί έδειξε το αποκρουστικό πρόσωπο της ανισότητας: η διαρκώς μεγεθυνόμενη ανισότητα υπονομεύει την ελευθερία και τη δημοκρατία, αλλά και την ιστορική μοίρα της Δύσης.

Η πνευματική παρακμή είναι φανερή και στο ελληνικό παράδειγμα, τόσο ως αίτιο όσο και ως αποτέλεσμα της συντελούμενης καταστροφής. Οι Ελληνες στον εικοστό αιώνα πέρασαν δια πυρός και σιδήρου: αλλεπάλληλοι πόλεμοι, εμφύλιοι, μαζική προσφυγιά και μαζική μετανάστευση, πτωχεύσεις. Εμειναν όρθιοι παρ’ όλ’ αυτά, επειδή ταυτόχρονα σφυρηλατούσαν ταυτότητα, συνείδηση, γλώσσα, τέχνη, πολιτικές στρατηγικές ― με έναν λόγο: πολιτισμό. Λαϊκό και λόγιο, εν παραλλήλω και εν συνθέσει. Η αλληλουχία ταπεινώσεων, θριάμβων και καταστροφών έως το ’22 οδήγησε στη μεγάλη σύνθεση της γενιάς του ’30, η οποία επηρέασε βαθιά τις τέχνες και τα γράμματα στον καιρό της, αλλά κυρίως έδωσε ιδεολογικούς καρπούς στη μεταπολεμική περίοδο, όταν εσίγασαν τα τουφέκια του εμφυλίου. Tότε, μέσα απ’ τις στάχτες εμπεδώθηκε το λαϊκό τραγούδι, το εκ του ρεμπέτικου καταγόμενο, απενοχοποιημένο και ενωτικό, και τότε η υψηλή τέχνη της γενιάς του ’30 μπήκε στα χείλη των μαζών, ενοποιητικά και ανυψωτικά, παρότι εν περιλήψει. Η άνοιξη του ’60 σηματοδότησε την εν τω βάθει αναχώνευση των αισθητικών και ιδεολογικών συνθέσεων που είχαν αρχίσει ήδη απ΄τη δεκαετία του ’20, και απ΄αυτή την πλούσια ύλη εξακολούθησε να τρέφεται ο ελληνισμός έως και σχετικά πρόσφατα.

Εως ότου το ήθος του νεόπλουτου και του σκυλάδικου, αυτό που είχε ξεμυτίσει μές στην χουντική επταετία, ανέλαβε αυτό να ενοποιήσει τα μικροαστικά και εργατικά στρώματα με την ελίτ του πλούτου. Λίγο πριν μάς χτυπήσει η καταστροφή, λαός και κολωνάκια συναγελάζονταν εν κραιπάλη στα ίδια διασκεδαστήρια: ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος συγκεφαλαίωσε τον εξισωτισμό της σκυλοπόπ κραδαίνοντας γαρδένιες και κυλότες, οι δε ιδεολογικοί μηχανισμοί είχαν μετεγκατασταθεί στα γκλόσι περιοδικά και κανάλια. Με αυτή την πνευματική και αισθητική σκευή, με αυτή τη βιοθεωρία οικοδομούσαμε vita activa. Και το απόθεμα της γενιάς του ’30, εν τω μεταξύ, το τολμηρό ζεύγμα λαϊκού και μοντέρνου, εντόπιου και διεθνούς, εξανεμίστηκε και θάφτηκε. Η ελληνική ιδιοπροσωπία εξέπεσε σε χυδαία αυταρέσκεια και πνευματική οκνηρία, σε ακηδία και απάθεια, σε βαθύ επαρχιωτισμό και εθελοδουλία. Πολύ πριν την πτώχευση.

Επειδή λεφτά δεν υπάρχουν ούτε θα εμφανιστούν σύντομα και άφθονα. Επειδή η υλική καταστροφή θα πολλαπλασιάζει τη σύγχυση και την αμάθεια, επειδή η παιδεία γίνεται πιο ταξική και από τα χρόνια του ’50, επειδή κανείς εξωχώριος δεν θα μάς σώσει, μόνη ελπίδα είναι ένα σχέδιο πνευματικής ανασυγκρότησης απολύτως συγχρονισμένο με την ανάσχεση της ένδειας. Χρειαζόμαστε ιδέες, ταυτότητα, σκελετό, χρειαζόμαστε σύνδεση με την παράδοση, μια επανερμηνεία που να μπολιάζει το ζοφερό παρόν, επινόηση του μέλλοντος. Χρειαζόμαστε υπερβάσεις. Ας μην είναι Το Σχέδιο ― μεγάλες κουβέντες. Ας είναι σκέψη και πράξη, διαρκείς, αγωνιώσες. Αρετή και τόλμη.


                                                              ένα κείμενο του Νίκου Γ. Ξυδάκη (από εδώ)

Ανέχομαι, ανέχεσαι, ανέχεται... του (blogger) Καρτέσιου




Ας μη γελιόμαστε. Το Κράτος δεν αντιμετώπισε τους τέσσερις συλληφθέντες για τη ληστεία στο Βελβεντό Κοζάνης ως ληστές, αλλά ως ιδεολογικούς αντιπάλους. Αν τους αντιμετώπιζε ως ληστές δε θα έβαζε σε λειτουργία όλο αυτόν τον μηχανισμό των πρόθυμων ΜΜΕ να προβάλουν το «θεάρεστο» έργο του. Άλλωστε, δεν έπραξε το ίδιο για τον συλληφθέντα που είχε στην κατοχή του σφαίρες, στην κηδεία του Ντερτιλή. Εκείνος προστατεύθηκε δεόντως. Τόσο δεόντως που το θέμα ξεχάστηκε εν μία νυκτί. Επίσης δε συνελήφθη κανείς από όσους πυροβολούσαν στην κηδεία του χουντικού.

Το Κράτος αντιμετωπίζει με ξεκαθαρίσματα τους πάσης φύσεως εχθρούς του. Τους απεργούς του μετρό φρόντισε πρώτα να τους διαπομπεύσει με πλασματικά στοιχεία για τις αποδοχές τους και στη συνέχεια να τους «απενεργοποιήσει» με στρατιωτικούς νόμους. Ήταν ένα μήνυμα του Κράτους, ότι σε συνεργασία με τη δικαιοσύνη, το έγκλημα της διεκδίκησης θα πατάσσεται άμεσα. Ήταν ένα μήνυμα του Κράτους ότι σε συνεργασία με τα ΜΜΕ θα διαπομπεύει όποιον «δεν κάθεται καλά». Γι’ αυτό άλλωστε οι «δαιμόνιοι ρεπόρτερς» ανακάλυψαν ότι ένας μουσικός είχε προσληφθεί στο μετρό ως υπεύθυνος σταθμού, ενώ ξέχασαν ότι προσλήφθηκε ένας καθηγητής ιππασίας στη Βουλή.

Το Κράτος σήμερα λέει στους πολίτες του: «Μπορείτε να μιλάτε και να γράφετε ελεύθερα, αλλά να ξέρετε ότι όσα λέτε και γράφετε θα χρησιμοποιηθούν εναντίον σας». Συνέβη με τον Τάσο Θεοφίλου όπου με αστραπιαία ταχύτητα κι εντελώς συμπτωματικά, όλα τα ΜΜΕ ανακάλυψαν το blog του και χρησιμοποίησαν τις αναρτήσεις του για να ετοιμάσουν ένα «προφίλ αδίστακτου δολοφόνου». Το ίδιο έκαναν και με το λογαριασμό του στο twitter προσπαθώντας να δημιουργήσουν αίσθημα συνενοχής σε όσους τον ακολουθούσαν.

Συνέβη με τον «τοξοβόλο του Συντάγματος» –τα ΜΜΕ πρέπει να βρίσκουν εντυπωσιακούς χαρακτηρισμούς ώστε να γίνεται εύπεπτη η υπόλοιπη ρουφιανιά – του οποίου τις αναρτήσεις στο indymedia χρησιμοποίησαν πάλι για να δημιουργήσουν ένα «τέρας που αναστατώνει την κοινωνική γαλήνη».

Είναι εύκολα αντιληπτή η αδυναμία του Κράτους και των ΜΜΕ να σταθούν στη ληστεία μιας τράπεζας. Οι τράπεζες είναι ό,τι πιο μισητό ακόμη και για τους «συμπαθούντες το καθεστώς» πολίτες. Δεν υπάρχει πλέον κανένα συλλογικό ανάθεμα για τους ληστές τραπεζών και τα επικοινωνιακά στρατηγεία το γνωρίζουν. Άλλωστε, πώς είναι δυνατόν ο ληστής ενός λαού να καταγγείλει τον ληστή μιας τράπεζας; Δεν στέκεται. Είναι αλλόκοτο.

Το Κράτος προσπαθεί με κάθε τρόπο να τρομάξει τους πολίτες του. Τους εκφοβίζει φασιστικοποιώντας την καθημερινότητά του. Οι δολοφονίες μεταναστών μένουν… ανεξιχνίαστες. Αύριο ίσως μείνουν και κάποιες άλλες που θα έχουν ως θύματα ανθρώπους «επικίνδυνους για την καθεστηκυία τάξη».

Το τέλος της ανοχής στη διαφορετικότητα, είναι ένας κατήφορος χωρίς σταματημό. Η ομοιομορφία ως προϋπόθεση επιβίωσης ισχύει και στο θέμα της σκέψης. Ο ανυπάκουος πολίτης, ο μη πρόθυμος να κάτσει στ’ αυγά του είναι στόχος.

Το Κράτος έδειξε το αληθινό του πρόσωπο στις φωτογραφίες των τεσσάρων συλληφθέντων. Τα ΜΜΕ έδειξαν το πρόσωπό τους μέσα από τις «απόψεις» των υπαλλήλων τους για «μερικά χαστουκάκια που είναι λογικό να πέσουν σε ληστές τραπεζών».

Κάθε αποδοχή της βίας τους είναι καρφί που μπήγεται στον εγκέφαλό μας. Γινόμαστε όλο και πιο ανεκτικοί. Το Κράτος δεν αφήνει τίποτε ανεξέλεγκτο. Έφτασε στο σημείο να υπαγορεύει στα πολιτικά κόμματα τις ανακοινώσεις με τις οποίες καταδικάζουν τη βία των αμυνόμενων.

Αυτό που ζούμε δεν είναι παραμύθι και έχει δράκο. Εντός ολίγου θα διώκεται η πρόθεση για αντίδραση. Η παραγωγή φιλήσυχων προβάτων αυξάνεται με σταθερούς ρυθμούς. Η καθημερινή μας συμπεριφορά έχει πλέον στοιχεία δήλωσης υποταγής. Το «ιδιώνυμο» είναι κοντά. Οι φωτογραφίες βασανισμένων έγιναν θέαμα. Ο παράδεισος των φρόνιμων, η κόλασή μας.
                                       
                                                 ένα κείμενο του blogger Καρτέσιου (από εδώ)