24/2/13

Γιώργος Μπλάνας




Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη (από εδώ)

"Δεν απειλώ, ασύστατοι, ονειρεύομαι" γράφει ο Γιώργος Μπλάνας στο τελευταίο ποιητικό βιβλίο του, τα "Στασιωτικά" (εκδ. Γαβριηλίδης), δηλώνοντας ευκρινώς την πρόθεσή του. Ο ίδιος τοποθετεί την ποίησή του σε ταυτοσημία με τη ζωή, δεν αποστρέφει τη ματιά από τον ζόφο που βιώνουμε σήμερα και επιλέγει την ιστορία ως το κατ' εξοχήν εργαλείο αναστοχασμού.

Με την ευρεία αυτή σύνθεση, ένα ποιήμα-δοκίμιο για τον πολιτισμό, την ιστορία και την πορεία των ιδεών του δυτικού ανθρώπου στους τελευταίους αιώνες, καρφώνει το μαχαίρι στο κόκαλο της σημερινής πολυεπίπεδης κρίσης, όχι με ξόρκια και εύκολους εντυπωσιασμούς, αλλά επισημαίνοντας τα σημεία εκείνα στα οποία οφείλει η ματιά να επαναβεβαιώσει την κριτική της ικανότητα. Άλλωστε, η ποίηση, ως φορέας κοινωνικής παρέμβασης, ιστορικού αναστοχασμού και πολιτικού στοχασμού, στην περίπτωση του Γιώργου Μπλάνα δεν είναι σημερινή καταφυγή. Ποιητής της δράσης και όχι των περίλειστων χώρων, δοκιμιογράφος και μεταφραστής από τους πλέον έγκριτους, παρά τη διακριτική στάση και την έμφυτη ευγένειά του, δεν διστάζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Και στον δημόσιο λόγο που εκφέρει και στην ποίηση που δημιουργεί.

"Σε μια κοινωνία που οι νεκροί μιλούν πιο δυνατά από τους ζωντανούς, οι πολιτικοί βρικόλακες πρέπει να επιστρέψουν στους τάφους τους" λέει ορθά - κοφτά και συμπληρώνει αμέσως "αλλά η ελληνική κοινωνία έχει ήδη επιλέξει τη ζωή και μάχεται γι' αυτήν". Ξεκινώντας από το βαθιά πολιτικό έργο του "Στασιωτικά", το οποίο μας λέει πως έχει συνέχεια και πέραν της συγκεκριμένης συλλογής, μιλάει για την επανάγνωση της Ιστορίας, την κατανόηση του παρελθόντος προκειμένου να οριστούν σε στέρεη βάση τα βήματα στο μέλλον, για το μάθημα που έχουμε να πάρουμε από την επιμονή του Γλέζου να μάχεται, για τη διαμόρφωση της νέας ταυτότητάς μας ως κοινωνίας αλλά και για την καταστροφική και αυτοκαταστροφική πορεία του πολιτικού συστήματος.
  
Διαβάζοντας τα "Στασιωτικά", το τελευταίο σας ποιητικό βιβλίο, δημιουργείται η εντύπωση πως πρόκειται για μια ματιά στον κατακερματισμένο μας κόσμο, ένα ποιήμα-δοκίμιο για τον πολιτισμό, την Ιστορία, τη λογοτεχνία και τον στοχασμό του δυτικού ανθρώπου τους τελευταίους αιώνες. Αναγνώνω σωστά;

Εγώ θα τα χαρακτήριζα ένα κατακερματισμένο έπος για τους τρεις τελευταίους αιώνες. Αν ζούσα στον 19ο αιώνα θα επιχειρούσα να φτιάξω όχι ένα κατακερματισμένο αλλά ένα συγκροτημένο έπος. Βέβαια, από τεχνικής άποψης για να δημιουργηθεί ένα έπος, απαιτεί ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό στερεότυπων στίχων τους οποίους σήμερα δεν θα μπορούσαμε να ανεχθούμε.

Εξάλλου, ο κόσμος μας είναι τόσο κατακερματισμένος που θα υπήρχε κάποιο είδος υποκρισίας σε ένα "ολοκληρωμένο" ποίημα. Και το λέω αυτό από την άποψη πως τα τελευταία χρόνια έχει παρουσιαστεί μια τάση επιστροφής σε κλασικές αντιλήψεις, όχι μόνο για την ποίηση, αλλά και για την ίδια τη ζωή. Δεν είμαι καθόλου σύμφωνος με αυτού του είδους την τάση. Μου φαίνεται σαν αυτό που κάνει ένα παιδί όταν βρεθεί μπροστά στην αγριότητα του κόσμου. Τρέχει κοντά στη μαμά και στον μπαμπά κι αν μπορούσε να ξαναμπεί στη μήτρα της μητέρας του, θα το ευχαριστούσε περισσότερο.

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι λύση η επιστροφή στη στερεοτυπία του παρελθόντος για να αντιμετωπίσεις τον κατακερματισμό του παρόντος. Ο κατακερματισμός είναι μια πραγματικότητα που μπορεί να έχει τη δική της δυναμική. Μπορεί να δημιουργεί αμηχανία στο υποκείμενο, αλλά παράλληλα του παρέχει τη δυνατότητα να συγκροτήσει τη δική του ταυτότητα.
  
Αντικατοπτρίζει και τη σημερινή πραγματικότητα. Πώς όμως το υποκείμενο μπορεί να συγκροτήσει τη νέα του ταυτότητα μέσα σ' αυτή την αποσύνθεση του δυτικού πολιτισμού που βιώνουμε σήμερα;

Υπάρχει κάτι "παράξενο" στη μοίρα των πολιτισμών. Αμέσως μόλις αρχίσουν να αποσυντίθενται, ελευθερώνουν το υποκείμενο. Αυτό θα μπορούσε να το δει κανείς σαν κάποιου είδους ένστικτο αυτοσυντήρησης του πολιτισμού εν γένει, της ανάγκης του ανθρώπου να ζει και να δημιουργεί μέσα σε κοινότητες. Το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να στραφούμε προς το παρελθόν. Συνήθως οι περισσότεροι ξεχνάμε πως η αποσύνθεση είναι αποτέλεσμα του παρελθόντος και νομίζουμε πως η αναπαραγωγή του θα μας λύσει τα προβλήματα. Λείπει δηλαδή η κριτική ματιά.

Ωστόσο, ο Γκράμσι υπήρξε σαφής επ' αυτού όταν έλεγε ότι το παρόν είναι μια ερμηνεία του παρελθόντος. Αυτό σημαίνει ότι όταν επιστρέφουμε, στην ουσία καλούμεθα να ερμηνεύσουμε. Είχα από καιρό βαρεθεί να ακούω γύρω μου διανοούμενους να εκθειάζουν τις πριν από τη Μεταπολίτευση δεκαετίες, όταν ανακάλυψα πως την ημέρα που γεννήθηκα, 17/7/1959, οι εφημερίδες έγραφαν πως ο Μανώλης Γλέζος δικαζόταν για προδοσία. Γεννήθηκα δηλαδή τη στιγμή που η εξουσία χαρακτήριζε προδότη έναν ήρωα.
  
Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Γιατί και σήμερα η εξουσία ψεκάζει τον Γλέζο με χημικά καταπρόσωπο.

Αυτό ακριβώς ήθελα να πω. Το παρόν της κοινότητάς μου και το παρόν το δικό μου, το αποτρόπαιο παρόν που βιώνουμε σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα και αυτής της απαράδεκτης δίκης. Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα μέλλον διαφορετικό, αν δεν αναζητήσουμε στο παρελθόν εκείνο το στοιχείο που έμεινε εγκλωβισμένο από την εξουσία;

Αν δεν ερμηνεύσουμε, δηλαδή, εκείνη την εποχή. Φυσικά, το εγκλωβισμένο στοιχείο που πρέπει να αξιοποιήσουμε είναι η επιμονή του Γλέζου να μάχεται ανταποκρινόμενος στα κοινωνικά προτάγματα. Κάποτε κατέβασε τη ναζιστική σημαία, μετά έπρεπε να κατεβάσει από την εξουσία τις κυβερνήσεις των δοσιλόγων, τώρα συνεχίζει να μάχεται προσπαθώντας να κατεβάσει από την κυβέρνηση τη δουλικότητα, τη στασιμότητα και την αντιδραστική νοοτροπία. Συνεπώς, η επιστροφή στο ιστορικό παρελθόν θα μπορούσε να μας αποκαλύψει και άλλα δημιουργικά στοιχεία. Ακόμα και οι αρχαίοι έχουν να μας πουν κάτι για το παρόν μας. Αυτό προσπάθησα να κάνω στα "Στασιωτικά" με τους όρους της ποίησης. Να πω στο σημερινό ασύστατο, κατακερματισμένο υποκείμενο πως θα πρέπει να πιάσει από την αρχή κάποια άλλα νήματα της Ιστορίας. Υπάρχουν αυτά, αρκεί να τα αναζητήσουμε με τόλμη.
  
Καλά με το παρελθόν, με το μέλλον τι γίνεται;

Το μέλλον θα είναι αυτό που θα αποφασίσουν οι κοινωνίες για τον εαυτό τους. Στην Ελλάδα π.χ. αντιμετωπίζουμε προχωρημένη αποσύνθεση και βαθιά αδυναμία των μέσων που διαθέτουμε για να λύσουμε τα μικρά και μεγάλα προβλήματά μας. Οι ιδέες μας για το τι είμαστε, τι υπήρξαμε και τι θέλουμε να γίνουμε δεν βοηθούν με τη μορφή που έχουν σήμερα. Να μην τις δαιμονοποιήσουμε, κάποτε βοήθησαν πολύ και ενδεχομένως να έχουν ακόμη αναξιοποίητα στοιχεία μέσα τους.

Ο πατριωτισμός, η προσήλωση στην ιστορική μας συνέχεια και το θρησκευτικό συναίσθημα, όπως και να 'χει είναι στοιχεία που μας εξασφαλίζουν κάποια συνεκτικότητα. Από καιρό, όμως, στην ελληνική κοινωνία αναδύθηκαν δημιουργικές δυνάμεις, σε κάθε επίπεδο, που δεν μπορούν να εκφραστούν και να πυροδοτήσουν το μέλλον. Αν δούμε ρεαλιστικά αυτό που συμβαίνει σήμερα, θα πρέπει να παραδεχτούμε, αρχικά, ότι είναι ζήτημα ταξικής πάλης. Το πώς διεξάγεται και το γιατί εκφράζεται στην Ευρώπη με εθνικούς όρους είναι κάτι που οφείλουν να μελετήσουν οι θεωρητικοί και είμαι βέβαιος πως θα το κάνουν. Αυτό που πρέπει να κάνει η ελληνική κοινωνία είναι να ξανασκεφτεί τι εκφράζουν οι παράγοντες που κυβερνούν και αν μπορούν να αποδεσμεύσουν δημιουργικές δυνάμεις. Θεωρώ προφανές πως εκφράζουν την παρασιτική ολιγαρχία και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για την κρίση. Ακόμη και αν το ήθελαν, σέρνουν πίσω τους ανθρώπους και μηχανισμούς που τους τραβούν σαν βαρύδια προς τη διαιώνιση της αθλιότητας που οι ίδιοι δημιούργησαν.
  
Αυτή τη στιγμή, όμως, η κοινωνία μας μετρά ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, μπόλικες χιλιάδες άστεγους, αμέτρητους απελπισμένους ανθρώπους. Επιπλέον, παραπληροφόρηση και καταστολή. Από την άλλη, οι άνθρωποι του πολιτισμού και της σκέψης δεν φαίνεται να βρίσκουν κοινό τόπο για να εκφραστούν.

Έτσι κι αλλιώς το γεγονός ότι υπάρχουν καλλιτέχνες και διανοούμενοι είναι ήδη ένας κοινός τόπος. Υπάρχουν, νομίζω, καλλιτέχνες και διανοούμενοι που προσπαθούν να δείξουν ένα δημιουργικό μέλλον και άλλοι που επιλέγουν την κοινωνική στασιμότητα. Είναι μια σύγκρουση που έχει μέσα της μεγάλη δυναμική. Αλλά, όπως οι πολίτες περιμένουν από τους ανθρώπους της τέχνης κάποιο φως, έτσι και αυτοί περιμένουν κάποιο φως από τους πολίτες. Εδώ μπαίνει το ζήτημα της πολιτικής ομάδας που θα φροντίσει να δημιουργήσει ένα φωτεινό πλαίσιο για όλους.
  
Δεν βλέπετε να συμβαίνει κάτι τέτοιο;

Για μένα είναι προφανής η ύπαρξη αυτής της πολιτικής ομάδας. Την έχει ήδη αναδείξει η κοινωνία. Όσο για το πολιτικό σύστημα, έχει πανικοβληθεί και εφαρμόζει την τακτική του ό,τι προλάβουμε και αρπάξουμε. Δεν καταλαβαίνουν πως με την τακτική τους σε λίγο καιρό οι Έλληνες δεν θα έχουν να χάσουν ούτε τις "αλυσίδες" τους. Τελικά, η κατάσταση έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο παραλογισμού, που μόνο η ζωή και ο θάνατος είναι τα ισχυρότερα επιχειρήματα. Σε μια κοινωνία που οι νεκροί μιλούν πιο δυνατά από τους ζωντανούς, οι πολιτικοί βρικόλακες πρέπει να επιστρέψουν στους τάφους τους. Αλλά η ελληνική κοινωνία έχει ήδη επιλέξει τη ζωή και μάχεται γι' αυτήν.


Δώρο του ποιητή: εδώ, αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι, μπορείτε να διαβάσετε (ή και να αποθηκεύσετε) το βιβλίο του Γιώργου Μπλάνα "Παγκόσμια Ιστορία της Τρομοκρατίας".