31/1/13

Οδός 55




30/1/13

Για την Ευρώπη, το μέλλον είναι η πολιτική ένωση ή η βαρβαρότητα!




Η Ευρώπη δεν βρίσκεται σε κρίση, πεθαίνει. Όχι φυσικά η Ευρώπη ως εδαφική επικράτεια. Αλλά η Ευρώπη ως ιδέα. Η Ευρώπη ως όνειρο και ως πρόγραμμα. Αυτή η Ευρώπη του πνεύματος που εξήρε ο φιλόσοφος Edmund Husserl (1859-1938), στις δύο μεγάλες διαλέξεις που έδωσε το 1938 στη Βιέννη, τις παραμονές της ναζιστικής καταστροφής.

Αυτή η Ευρώπη ως βούληση και ως αντιπροσώπευση, ως χίμαιρα και ως οικοδόμημα, αυτή η Ευρώπη που ανόρθωσαν οι πατέρες μας, αυτή η Ευρώπη, που κατάφερε να ξαναγίνει μια καινούργια ιδέα στην Ευρώπη, που μπόρεσε να φέρει στους λαούς μετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μια ειρήνη, μια ευημερία, μια διάδοση της δημοκρατίας, όλες πρωτόγνωρες, αλλά μια Ευρώπη που διαλύεται μπροστά στα μάτια μας.

Διαλύεται στην Αθήνα, μία από τις κοιτίδες της, μέσα στην αδιαφορία και τον κυνισμό των αδελφών εθνών: υπήρξε κάποτε η εποχή του φιλελληνικού κινήματος, στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν, από τον Σατομπριάν ως τον Λόρδο Βύρωνα στο Μεσολόγγι, από τον Μπερλιόζ ώς τον Ντελακρουά, ή από τον Πούσκιν ώς τον νεαρό τότε Βικτόρ Ουγκό, ό,τι καλύτερο διέθετε η Ευρώπη σε καλλιτέχνες, ποιητές, μεγάλα πνεύματα, έσπευδε να τη συνδράμει και αγωνιζόταν για την ελευθερία της. Είμαστε πολύ μακριά από εκείνη την εποχή. Και όλα συμβαίνουν σαν οι κληρονόμοι αυτών των μεγάλων Ευρωπαίων, τη στιγμή που οι Έλληνες πρέπει να δώσουν μια άλλη μάχη ενάντια σε μια άλλη μορφή κατάπτωσης και υποταγής, να μη βρίσκουν τίποτε καλύτερο να κάνουν από το να τους επικρίνουν, να τους στιγματίζουν, να τους θάβουν όλο και πιο βαθιά και, από πρόγραμμα λιτότητας σε πρόγραμμα λιτότητας που εξαναγκάζονται να αποδεχθούν, να τους στερούν την ίδια την αρχή της κυριαρχίας, την οποία είχαν, παλιότερα, οι ίδιοι εφεύρει.

Διαλύεται στη Ρώμη, στην άλλη κοιτίδα της, το άλλο της βάθρο, τη δεύτερη μήτρα (η τρίτη είναι το πνεύμα της Ιερουσαλήμ) της ηθικής της και των γνώσεών της, στον άλλο τόπο δημιουργίας αυτής της διάκρισης μεταξύ του νόμου και του δικαίου, ή μεταξύ του ανθρώπου και του πολίτη, που βρίσκεται στη βάση του δημοκρατικού μοντέλου που προσέφερε τόσα πράγματα, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά στον κόσμο: αυτή η ρωμαϊκή πηγή που μολύνθηκε από τα δηλητήρια ενός μπερλουσκονισμού που δεν λέει να εξαφανιστεί, αυτή η πνευματική και πολιτιστική πρωτεύουσα που μερικές φορές συγκαταλέγεται, στο πλευρό της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ελλάδας και της Ιρλανδίας, στα PIIGS, που τα μαστιγώνουν οι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί, χωρίς συνείδηση και χωρίς μνήμη. Αυτή η χώρα που εφηύρε τον καλλωπισμό του κόσμου στην Ευρώπη και που παίρνει τη μορφή, δικαίως ή αδίκως, του ασθενούς της ηπείρου. Οποία μιζέρια! Οποία γελοιοποίηση!

Διαλύεται παντού, από τη Δύση ώς την Ανατολή, από τον Νότο ώς τον Βορρά, με την άνοδο αυτών των λαϊκισμών, αυτών των σωβινισμών, αυτών των ιδεολογιών του αποκλεισμού και του μίσους που η Ευρώπη είχε ακριβώς αποστολή να περιθωριοποιήσει, να παγώσει, και που σηκώνουν ξεδιάντροπα κεφάλι: πόσο μακριά είναι η εποχή κατά την οποία, στους δρόμους της Γαλλίας, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς έναν υβρισθέντα, από έναν αρχηγό κόμματος με μνήμη τόσο ασθενή όσο και οι ιδέες του, φοιτητή, ακουγόταν ρυθμικά το σύνθημα «είμαστε όλοι Γερμανοί εβραίοι!». Πόσο μακριά μοιάζει αυτή η εποχή, αυτά τα κινήματα αλληλεγγύης, στο Λονδίνο, στο Βερολίνο, στη Ρώμη, στο Παρίσι, προς τους αντιφρονούντες εκείνης της άλλης Ευρώπης που ο Μίλαν Κούντερα ονόμαζε φυλακισμένη Ευρώπη και που εμφανιζόταν ως η καρδιά της Ευρώπης! Και σε ό,τι αφορά τη μικρή Διεθνή των ελεύθερων πνευμάτων που αγωνίζονταν, πριν από είκοσι χρόνια, γι' αυτή την ψυχή της Ευρώπης που ενσάρκωνε το βομβαρδιζόμενο Σεράγεβο, το οποίο υφίστατο και μια αμείλικτη «εθνοτική κάθαρση», που πήγε και γιατί δεν την ακούμε πλέον;

Και τέλος η Ευρώπη διαλύεται λόγω αυτής της ατελείωτης κρίσης του ευρώ, που οι πάντες καταλαβαίνουν ότι διόλου δεν έχει λυθεί: Δεν αποτελεί έξαφνα μια χίμαιρα αυτό το αφηρημένο, ενιαίο νόμισμα, που αιωρείται γιατί δεν συνδέεται με οικονομίες, με πόρους, με συγκλίνοντα φορολογικά συστήματα; Τα κοινά νομίσματα που επιβίωσαν (το μάρκο μετά το Zollverein, τη δασμολογική ένωση, η λιρέτα της ιταλικής ενότητας, το ελβετικό φράγκο, το δολάριο) δεν είναι εκείνα που στηρίζονταν σε ένα κοινό πολιτικό πρόγραμμα;

Δεν υπάρχει ένας παλιός νόμος, σύμφωνα με τον οποίο, για να σταθεί ένα κοινό νόμισμα, χρειάζεται ένας μίνιμουμ προϋπολογισμός, λογιστικά πρότυπα, αρχές επένδυσης, με λίγα λόγια, κοινές πολιτικές; Το θεώρημα είναι αδιάσειστο. Χωρίς ομοσπονδία, δεν μπορεί να σταθεί νόμισμα. Χωρίς πολιτική ενότητα, το νόμισμα κρατά μερικές δεκαετίες και μετά, λόγω ενός πολέμου, μιας κρίσης, αποσυντίθεται.

Με άλλα λόγια, χωρίς πρόοδο αυτής της πολιτικής ολοκλήρωσης, της οποίας η υποχρέωση εγγράφεται στις ευρωπαϊκές συνθήκες αλλά την οποία κανείς πολιτικός υπεύθυνος δεν φαίνεται να παίρνει στα σοβαρά, χωρίς εγκατάλειψη αρμοδιοτήτων από τα κράτη - έθνη και χωρίς σαφή ήττα, αυτών των οπαδών της κυριαρχίας που σπρώχνουν τους λαούς στην αναδίπλωση και στη χρεωκοπία, το ευρώ θα διαλυθεί όπως θα είχε αποσυντεθεί το δολάριο αν οι Νότιοι είχαν κερδίσει τον εμφύλιο πόλεμο.

Παλιά λέγαμε: σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Σήμερα, πρέπει να λέμε: πολιτική ένωση ή βαρβαρότητα. Καλύτερα: ομοσπονδίωση ή διάλυση και, στον απόηχο της διάλυσης, κοινωνική οπισθοδρόμηση, εργασιακή ανασφάλεια, έκρηξη της ανεργίας, φτώχεια. Καλύτερα: ή η Ευρώπη θα κάνει ένα βήμα επιπλέον, αλλά ένα αποφασιστικό βήμα, στον δρόμο της πολιτικής ολοκλήρωσης ή δεν έχουμε πλέον άλλη επιλογή: ή πολιτική ένωση ή θάνατος. Αυτός ο θάνατος μπορεί να πάρει πολλές μορφές και να έχει πολλά γυρίσματα. Μπορεί να διαρκέσει δύο, τρία, πέντε, δέκα χρόνια και να προηγηθούν πολλές υφέσεις της κρίσης που θα δίνουν κάθε φορά την αίσθηση ότι το χειρότερο αποφεύχθηκε.

Αλλά θα συμβεί. Η Ευρώπη θα βγει από την Ιστορία. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, αν δεν συμβεί τίποτε, θα βγει από την Ιστορία. Δεν πρόκειται πια για μια υπόθεση, για έναν απροσδιόριστο φόβο, για ένα κόκκινο πανί μπροστά στα μάτια ανυπότακτων Ευρωπαίων. Πρόκειται για βεβαιότητα. Για έναν μοιραίο και αξεπέραστο ορίζοντα. Όλα τα υπόλοιπα -τα ξόρκια των μεν, οι μικρο-διακανονισμοί των δε, κάτι ταμεία αλληλεγγύης από τη μια, κάτι τράπεζες σταθεροποίησης από την άλλη-, δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να καθυστερούν την κατάληξη και να συντηρούν στον ετοιμοθάνατο την ψευδαίσθηση μιας αναβολής.


Συλλογικό κείμενο

Βασίλης Αλεξάκης, Antonio Lobo Antunes, Claudio Magris, Salman Rushdie, Fernando Savater, συγγραφείς, Bernard - Henri Lévy, φιλόσοφος και μέλος του συμβουλίου επιτήρησης της Monde.

Μετάφραση: Ελ. Τσερεζόλε (από εδώ)

28/1/13

Μεγάλο και μικρό μέλλον - του Αντώνη Ζέρβα


          

Μεγάλο και μικρό μέλλον
«Στο μεταξύ όμως, πρέπει να προετοιμαζόμαστε για το μελλοντικό πεπρωμένο μας, ενθαρρύνοντας και δοκιμάζοντας τις τέχνες της ζωής». John Maynard Keynes
​Τα όσα κατά καιρούς προσάπτουμε στην ελληνική ψυχολογία, απαντούν λίγο πολύ παντού, ιδίως στις κοινωνίες του μεσογειακού Νότου. Αλλά τα αρνητικά μιας συγκεκριμένης ψυχολογίας μπορούν κάλλιστα να μετατραπούν σε αρετές, αρκεί με ζώντα παραδείγματα να εμπεδωθεί η συνεκτική και υπερατομική ιδέα της δικαιοσύνης και της ευνομούμενης πολιτείας.

Ψευδομαρτυρεί όποιος αποκρύπτει λ.χ. ότι δέσμιοι της ελληνικής ψυχολογίας είναι μεταξύ άλλων και οι οδηγοί των συγκοινωνιών, οι οποίοι, σε αξιοθρήνητες συνθήκες, αισθάνονται χρέος τους να πηγαίνουν τον κοσμάκη ανέπαφο στον προορισμό του.

Ακόμη και σ’ ένα κράτος σαν τη Γαλλία, το παλαιότερο και ισχυρότερο παράδειγμα της Ευρώπης, χρειάσθηκε η εθνική συσπείρωση υπό τον στρατηγό Ντε Γκωλ για να μετριασθεί η έχθρα του πολίτη προς το κράτος. Και ιδού, η γαλλική επικαιρότητα περί τα φορολογικά.

Το μέλλον της Ελλάδας δεν είναι ανεξάρτητο από το μέλλον της Ευρώπης. Ακολουθεί και θα ακολουθεί εκ των πραγμάτων τα σχέδια που καταρτίζονται στα ευρωπαϊκά κέντρα. Πλην όμως μέσα στο ανοικτό μέλλον των μοναδικών αλλά και τρομακτικών συλλήψεων του δυτικού πνεύματος, η Ελλάδα πρέπει να επικεντρώνεται στο δικό της μικρό μέλλον που προϋποθέτει ένα ασυναγώνιστο παρελθόν. Όχι μόνο γιατί από εκεί απέρρευσαν τα καταστατικά ερωτήματα, αλλά και γιατί οι τρόποι ζωής της μακράς της διάρκειας διασώζουν πολλούς θύλακες αντιστάσεως εναντίον των σύγχρονων παραδρομών.

Υπάρχει το ελληνικό κράτος και η μεγάλη διάρκεια της ελληνικής γλώσσας και του φυσικού τοπίου της. Το πρώτο πρέπει να εκσυγχρονίζεται και να προσαρμόζεται με ήπιο και λελογισμένο τρόπο, χωρίς να πλήττονται ανεπανόρθωτα τα δεύτερα. Είτε μας αρέσει είτε όχι, ποτέ δεν θα γίνουμε απολύτως ευρωπαϊκή χώρα και θα είναι καταστροφή αν όντως γίνουμε. Πρέπει να μάθουμε να υιοθετούμε ό,τι μας βοηθάει χωρίς να ταυτιζόμαστε πλήρως με ό,τι θαυμάζουμε στις οθόνες, ελλείψει προσωπικού ευρωπαϊκού βιώματος. Ένας πευκώνας δεν είναι το ίδιο πράγμα στη Β. Αφρική, τη Ν. Γαλλία και σ’ ένα χωριό της Ρούμελης. Οι συνεπείς εκσυγχρονιστές οφείλουν να έχουν κατά νουν ότι βασικό και κύριο εμπόδιο της (αδιάκριτης) ανάπτυξης είναι η ίδια η γλώσσα μας. Και ευτυχώς! Διότι, όπως είναι αδύνατο να γίνει κατανοητή η Ευρώπη χωρίς τη γαλλική γλώσσα, παρ’ όλον ότι έχει περιθωριοποιηθεί, έτσι είναι αδύνατο να μιλάμε για ελληνική σωτηρία χωρίς ελληνική γλώσσα.

Καμία μεταρρύθμιση δεν πρόκειται να αποδώσει αν δεν παραχθεί μία νέα ελληνική ιδέα που θα καθορίζει το μέλλον μας, επειδή ακριβώς σκέπτεται το παρελθόν μας. Γι’ αυτό και πριν απ’ όλα πρέπει ν’ αλλάξει ο πολιτικός λόγος του φανταστικού μας.

Εθνική ανασύνταξη σημαίνει επεξεργασία νέων τρόπων προσλήψεως του εαυτού μας και της Ευρώπης. Έχουμε ανάγκη από ευρηματικές προσεγγίσεις που θα οικειώνονται την καινοτομία χωρίς να εκμηδενίζουν το εγχώριο. Εδώ απέτυχε το εκσυγχρονιστικό πνεύμα, διότι απλώς υπήρξε «μιμητικό».

Πρώτη και απαραίτητη προϋπόθεση, ο πνευματικός απεγκλωβισμός από τις παρωχημένες εγελειανομαρξιστικές αντιλήψεις, οι οποίες προβάλλονται ως πανάκεια στην Ελλάδα από τους επιγόνους των τριών επιφανών Ελλήνων στοχαστών της μεταπολεμικής Γαλλίας.

Η Ιστορία δεν έχει ούτε σκοπό ούτε τέλος. Δεν διδάσκει με τον τρόπο που νομίζουμε, δεν οδηγεί. Διαμορφώνεται από τις πράξεις και τις αποφάσεις μας. Από αυτό που θέλουμε και αυτό που μπορούμε. Μπορούμε να νοικοκυρέψουμε το κράτος μετά δικαιοσύνης. Δεν μπορούμε να εξαλείψουμε το παρελθόν, ούτε θέλουμε να γίνουμε οι Σκανδιναβοί των Βαλκανίων. Με τα μεράκια και τις οργές μας, θα νιώθουμε πάντα ότι η γνώση δεν είναι απλώς εργαλείο, μα στάση ζωής.

Γι’ αυτό και πρώτιστη προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι ο διορισμός ενός διμέτωπου υπουργού Παιδείας, ο οποίος θα ευνοεί μεν την εργαλειοποίηση της εκπαίδευσης, αλλά θα διατρανώνει παράλληλα την αλήθεια της αντιτεχνολογικής και αντιωφελιμιστικής διάθεσης του ελληνικού πνεύματος. Τα 4/5 της ανθρωπότητας ζουν εκτός δυτικής ιστορίας, κάνοντας χρήση των επιτευγμάτων της, χωρίς να μεταβάλλονται ουσιαστικά. Όπου θίγεται ο εσωτερικός πυρήνας μιας παράδοσης, όπως στην Αφρική, τα αποτελέσματα είναι φρικαλέα. Πράγμα που καταδεικνύει πόσο ανεδαφική στάθηκε η ιδέα της οικουμενικής Ιστορίας.

Το διμέτωπο ήταν και πρέπει να είναι ο πολιτικός και πολιτιστικός κανόνας μας. Ναι στο έξω, αλλά διπλό ναι στο μέσα. Όσο περισσότερο εμβαθύνουμε σ’ αυτό που είμαστε τόσο διαυγέστερη αποβαίνει η εικόνα του άλλου.

Κάθε εποχή και κάθε τόπος ανθέλκεται ανάμεσα στην αναπαραγωγή και την παραγωγή νοήματος. Η αναπαραγωγή νοήματος ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα των τελευταίων δεκαετιών. Ως συνευρωπαίοι, μας δόθηκε ένα νόημα έξωθεν και το κάναμε σμπαράλια, αφενός γιατί παραθεωρούσαμε το παρελθόν και αφετέρου γιατί το έξωθεν νόημα έφερνε μέσα του όλους τους σπόρους του σημερινού αδιεξόδου. Παραγωγή νοήματος σημαίνει συνειδητή σύγκρουση μεταξύ αυτού που είσαι και αυτού που θέλεις να γίνεις.

Για πρώτη φορά στον νεώτερο κόσμο, η μοναδική ισχύς του ευρωπαϊκού πνεύματος στρέφεται εναντίον του εαυτού του. Η επανεξισορρόπηση πολιτισμού και φύσεως θα αποτελέσει το μείζον πρόβλημα του 21ου αιώνα. Θα ήταν εγκληματικό να σκοπεύουμε σε αχρηστευμένους στόχους.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή την 27 Ιανουαρίου 2013


     Του Αντώνη Ζέρβα (από εδώ). Μία πρόσφατη συνέντευξή του εδώ.

25/1/13

Άφησε μια προσωπική και αγνή παρακαταθηκη - του Κωνσταντίνου Γιάνναρη




Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος για 40 χρόνια δέσποζε στο τοπίο του ελληνικού κινηματογράφου. Επιβλητική μορφή κινηματογραφιστή -από τους τελευταίους μεγάλους που είχαν επιλέξει να αυτοπροσδιορίζονται ως δημιουργοί- αναδείχθηκε και ωρίμασε μέσα από το κίνημα του ύστατου μοντερνισμού του ευρύτερου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.

Μαζί με τον κριτικό Βασίλη Ραφαηλίδη ο Αγγελόπουλος ήταν κεντρική προσωπικότητα της ίδρυσης του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου.

Η απόπειρα των οπαδών του ΝΕΚ να παραγκωνίσουν ή να παρακάμψουν το παλαιό εμπορικό σινεμά (Φίνος κ.λπ.) στην Ελλάδα στέφθηκε με επιτυχία. Η επικράτηση του ΝΕΚ, όμως, καθορίστηκε και από την (καθυστερημένη) διείσδυση της τηλεόρασης και άλλων μορφών μαζικής διασκέδασης στην Ελλάδα και τη φθίνουσα πορεία του εμπορικού κινηματογράφου.

Ο συνδυασμός σάρωσε τελικά την παλιά μαζική προσέλευση στις αίθουσες. Αυτή την ήττα την είχε διακρίνει από νωρίς ο Αγγελόπουλος, εξ ου και η εμμονή του να οχυρώσει ό,τι είχε μείνει από το όραμα ενός μεγάλου σινεμά πίσω από τις καλά αμπαρωμένες πύλες του κινηματογράφου της τέχνης.

Κι αν είναι να το κάνεις, ας το κάνεις σωστά.

Το έργο του Αγγελόπουλου ήταν ό,τι πιο ακραία αντίθετο στην έννοια ενός συμβατικού κινηματογραφικού λόγου.

Από τη φαρέτρα του εξόρισε το μοντάζ ως τρόπο παραγωγής έννοιας και δραματικής αντίθεσης.

Βασίστηκε έως το τέλος της δημιουργίας του στα μεγάλα σε διάρκεια πλάνα.

Με αυστηρότατη, εξαντλητική χορογραφία και λεπτομερή μακινιστική κίνηση, ζωγράφιζε τους επικούς πίνακες του παραγκωνισμένου έως τότε βαλκανικού τοπίου.

Χαρακτηριστικές φωτογραφίες από τα γυρίσματά του τον έδειχναν καθιστό και ανυψωμένο πάνω από το έδαφος με γερανό κινηματογραφικό δίπλα σε κλασικές κάμερες 35mm: Τα επιβλητικά εργαλεία του σοβαρού κινηματογράφου.

Η πρώτη περίοδος δουλειάς του Αγγελόπουλου συνέπεσε χρονικά με τα τελευταία χρόνια της χούντας και έπειτα με τη σχεδόν ασταμάτητη άνοδο της κεντροαριστεράς λαίλαπας στην Ελλάδα.

Η εποχή αναζητούσε μπασταρδεμένες μαρξιστικές εξηγήσεις και αναλύσεις. Η αριστερά ζητούσε τη δική της αποκατάσταση. Νέες γενιές ζητούσαν μια άλλη εξιστόρηση της πρόσφατης νεο-ελληνικής εμφύλιας εμπειρίας. Και το ΝΕΚ ζητούσε το δικό του σινεμά.

Οι μεγάλες και εν γένει πετυχημένες αφηγήσεις του Αγγελόπουλου εκείνη την εποχή -μετά το ορφανό ντεμπούτο της Αναπαράστασης- ασχολήθηκαν με μια απεικόνιση/ερμηνεία της νεο-ελληνικής ιστορίας του 20ού αιώνα: Μέρες του '36, Ο Θίασος, Οι Κυνηγοί, Μεγαλέξανδρος, Ταξίδι στα Κύθηρα.

Μεγάλοι ιστορικοί κύκλοι που τύλιγαν στα δίχτυα τους τους απλούς πρωταγωνιστές και ηττημένους.

Αλλά δεν ήταν ποτέ χαρακτήρες οι πρωταγωνιστές.

Ήταν σύμβολα και φιγούρες, δουλεμένα στη σκέψη και την εμμονή του ίδιου του δημιουργού. Τα αντικείμενα της Ιστορίας και της δικής του αφήγησης.
Ποτέ συνειδητά δρώντα υποκείμενα.

Και αντικείμενα που είχαν συνθλιβεί από το βάρος της Ιστορίας.

Αυτό που χαρακτηρίζει όχι μόνο αυτές τις ταινίες, αλλά το σύνολο της δουλειάς του Αγγελόπουλου είναι η πικρία της ιστορικής/προσωπικής μνήμης.

Έπειτα από μια μικρή παρένθεση με τον Μελισσοκόμο, επιστρέφει και πάλι στις μεγάλες ιστορικές αφηγήσεις. Οι καιροί προσφέρονται απλόχερα με τη μεγάλη κατάρρευση του ανατολικού σταλινικού μπλοκ. Τοπίο στην Ομίχλη, Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού, Το Βλέμμα του Οδυσσέα, Μια Αιωνιότητα και Μια Μέρα...

Μεγάλοι κύκλοι Ιστορίας και πάλι. Μνήμη, επιστροφή, αναζήτηση, απεικόνιση, εξερεύνηση στις άγνωστες για δεκαετίες χώρες της χερσονήσου. Οι πρωταγωνιστές των ταινιών του ψάχνουν και πάλι την απώλεια της πίστης, της νιότης, της μνήμης. Ταξίδια στα εξαθλιωμένα έγκατα του μετα-σταλινικού τοπίου. Ταξίδια μνήμης στην αποδεκατισμένη ελληνική διασπορά. Ταξιδια που διακόπτονται από αόρατα σύνορα. Το ταξίδι προς τη ζητιανιά και την ένδεια των καινούργιων νεαρών περιηγητών της μεγάλης κατάρρευσης.

Ο τρίτος κύκλος δουλειάς, η τριλογία Το Λειβάδι που δακρύζει, Η Σκόνη του Χρόνου, Η Άλλη Θάλασσα - μπορεί τώρα να μείνει ανολοκλήρωτος.

Πολλοί έχουν επισημάνει ότι το (προ πολλού ανακοινωμένο) τέλος της μεταπολίτευσης ήρθε επιτέλους, αλλά με βάρβαρο και ανελέητο τρόπο.

Η κατά μέτωπο σύγκρουση μιας χρεωκοπημένης και οκνηρής ανατολίτικης κοινωνίας με την ανελέητη πραγματικότητα του δυτικού χρόνου: Πικρή ειρωνεία ότι κάποιος που απεικόνιζε ενδελεχώς μεγάλους κύκλους τελεολογικής έννοιας και αλήθειας συνάντησε τον θάνατο σε μια ασήμαντη τυχαία στιγμή.

Μήπως όλα τελικά δεν έχουν καμία έννοια;

Ο θάνατος του Θόδωρου Αγγελόπουλου είναι μια σκληρή και άδικη έκφανση του γενικότερου χάους που μας αιχμαλωτίζει αυτή την εποχή.

Ένα είναι σίγουρο.

Πολύ λίγους θα θρηνήσουμε από αυτή την εποχή.

Ο Θόδωρος, παρά την αρνητική του συνδρομή στις κρατικές και συνδικαλιστικές επιτροπές του κινηματογράφου (και του ευρύτερου πολιτιστικού κρατικού μηχανισμού), άφησε μια προσωπική, ταγμένη και αγνή παρακαταθήκη.

Μπορώ να πω πως από τα πιο αγνά πράγματα που βγήκαν από όλη αυτή την μεταπολιτευτική λαίλαπα ήταν η δουλειά του Αγγελόπουλου.

                                           ένα κείμενο του Κωνσταντίνου Γιάνναρη (από εδώ)

23/1/13

"Αν θέλουν, ας ξανανέβουν τώρα στο βουνό..."




Η μαρτυρία είναι της Ράνιας Βερβερίδου, 62 χρόνων, 
τραυματία στις Σκουριές


Ποτέ στη ζωή μου δεν περίμενα ότι θα γνώριζα από πρώτο χέρι αυτό που ο κόσμος λέει αστυνομική βία... Εμείς, εδώ στη Χαλκιδική, είμαστε απλοί άνθρωποι. Μέχρι πρόσφατα ζούσαμε ήσυχα στον τόπο μας και δεν είχαμε εμπειρίες από διαδηλώσεις και ΜΑΤ. Ξαφνικά κάποιοι υψηλά ιστάμενοι αποφάσισαν να καταστρέψουν τον τόπο μας, “φυτεύοντας” μέσα στο όμορφο δάσος μας, στις Σκουριές, ένα ανοιχτό μεταλλείο χρυσού... Αντιδράσαμε από την πρώτη στιγμή και εξ αρχής οι κυβερνώντες έφεραν τα ΜΑΤ για να μας τρομοκρατήσουν. Το “μακελειό” όμως που έγινε τον περασμένο Οκτώβριο δεν το χωρά μέχρι και σήμερα ο νους μου.


Ήταν η πρώτη φορά που οι αστυνομικές δυνάμεις μας άφησαν να προχωρήσουμε για ώρα μέσα στο βουνό, χωρίς να μας σταματήσουν. Μας έφραξαν τον δρόμο λίγο πριν από την περιοχή που έχουν χαρίσει στην καναδική εταιρεία... Οι γυναίκες που συμμετείχαμε στην κινητοποίηση αποφασίσαμε να κάνουμε καθιστική διαμαρτυρία. Σε όλη τη διάρκεια της πεζοπορίας στο δάσος ένιωθες να επικρατεί μια ύποπτη ηρεμία... Ήταν αργά το απόγευμα όταν ξέσπασε η άγρια επίθεση των ΜΑΤ. Χωρίς να προκληθούν από εμάς, όρμησαν με τέτοιο μένος, που σου έδιναν την αίσθηση ότι δεν τους νοιάζει αν αφήσουν πίσω τους νεκρούς. Ήταν σαν υπνωτισμένοι...


Άρχισαν να πετάνε κατά πάνω μας δακρυγόνα και συνέχιζαν να χτυπάνε την ώρα που προσπαθούσαμε να απεγκλωβιστούμε από το σημείο και να γυρίσουμε στο χωριό. Έριχναν τα χημικά πάνω στα κεφάλια, στις πλάτες μας και, όπως είναι φυσικό, επικράτησε πανικός. Κάποια στιγμή εγώ και ο σύζυγός μου μπήκαμε στο αυτοκίνητό μας και περιμέναμε να μπει μια 74χρονη γυναίκα που είχε ανέβει μαζί μας στο βουνό. Ξαφνικά έρχεται ένας τύπος σαν “ρομπότ” και χτυπάει το τζάμι του παραθύρου μας. Πριν προλάβω να αντιδράσω άνοιξε την πόρτα, με άρπαξε από τα ρούχα και άρχισε να μου φωνάζει απειλητικά “στα γόνατα, στα γόνατα”.


Έπεσα στα γόνατα, όπως μου ζήτησε, και τότε με πλησίασε και πάτησε δυνατά με τη μπότα του τον αχίλλειο τένοντά μου, με αποτέλεσμα να μου προκαλέσει έναν αφόρητο πόνο. Άρχισα να τσιρίζω. Σφάδαζα και κανείς δεν μου έδινε σημασία. Όσοι από αυτούς περνούσαν από μπροστά μου μού φώναζαν “σκάσε” και όσο συνέχιζα να σφαδάζω συνέχιζαν να μου επιτίθενται λεκτικά. Τον άνδρα μου, που προσπάθησε να με βοηθήσει, τον χτύπησαν άγρια και αυτόν, ενώ όση ώρα μας κρατούσαν καθισμένους στα γόνατα οι άνδρες των ΜΑΤ χαριεντίζονταν μεταξύ τους.


Κάποια στιγμή δύο από αυτούς πέρασαν από μπροστά μου, σέρνοντας ημιλιπόθυμο έναν ηλικιωμένο άνδρα, και σχολίαζαν γελώντας “Αν θέλουν ας ξανανέβουν τώρα στο βουνό...”. Αν αυτό είναι προστασία του πολίτη, τι να πω... Μέχρι σήμερα το πόδι μου έχει πρόβλημα, διότι προκλήθηκε μεγάλη ζημιά στο νεύρο.


Αυτή η δολοφονική συμπεριφορά της αστυνομίας, αντί να με τρομοκρατήσει, με πείσμωσε ακόμη περισσότερο. Νιώθω ότι με έχει προδώσει η ίδια μου η πατρίδα. Με μπαταρισμένο το πόδι πήγα σε όλες τις άλλες διαδηλώσεις που έγιναν. Τόσο εγώ όσο και χιλιάδες άλλοι κάτοικοι της περιοχής είμαστε πιο αποφασισμένοι από ποτέ να παλέψουμε μέχρι τέλους ενάντια στα μεταλλεία χρυσού. Δεν θα επιτρέψουμε να καταστρέψουν τον τόπο μας και τις ζωές μας.
                                                               
                                                                          (βρήκαμε τη μαρτυρία της γυναίκας εδώ)

#2



Τι ωραία χρήση της ποίησεως όταν καταφεύγουμε σ' αυτήν 
για να δικαιολογήσουμε την υψηλή μας ιδιωτεία!

H παρεκτροπή της φασίζουσας κυβέρνησης - του Περικλή Κοροβέση




Στο κέντρο του περιθωρίου

Στη ναζιστική Κατοχή, παρά τα μαζικά εγκλήματα των κατακτητών, τα βασανιστήρια, την πείνα, το μαρτύριο της παγωνιάς και τις αμέτρητες κακουχίες, οι Ελληνες είχαν μια αισιοδοξία και την ελπίδα πως μια μέρα όλα αυτά θα τελείωναν. Στη σημερινή Ελλάδα κυριαρχεί ένα κλίμα εθνικής κατάθλιψης. Η συμφορά που έχει πέσει στα κεφάλια του 99%, εκλαμβάνεται σαν θεϊκή κατάρα ή σαν μοίρα. Και οι περισσότεροι αισθάνονται ανήμποροι να αντιδράσουν. Και κάποιοι περιμένουν να βρεθεί Μεσσίας – Σωτήρας που θα τους σώσει.

Συχνά αναπολούν έναν Μεταξά ή Παπαδόπουλο, που θα πιάσει όλους τους πολιτικούς, θα τους βάλει σ' ένα καράβι και θα τους βουλιάξει. Οσους συναντάς, είναι θυμωμένοι και αγανακτισμένοι, βρίζουν θεούς και δαίμονες, αλλά ούτε τους περνάει από το μυαλό να κάνουν κάτι. Αυτό είναι δουλειά κάποιου αλλουνού. Είναι βαθιά πεπεισμένοι πως ό,τι και να κάνουν δεν γίνεται τίποτα.

Για την εξουσία ο παθητικός πολίτης είναι ο ιδανικός πολίτης. Αν οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης κατορθώσουν να φυλακίσουν τους ανθρώπους στο τομάρι τους, τότε η εξουσία διαιωνίζεται. Η δύναμη των ανθρώπων βρίσκεται στην αλληλεγγύη και τη συλλογική δράση. Ο τομαρισμός είναι η ιδεολογία του ανταγωνισμού και του κέρδους. Το κέρδος βέβαια δεν είναι σίγουρο, αλλά οπωσδήποτε ο άλλος είναι ο εχθρός σου. Αν η ανεργία συνεχίζει να καλπάζει με τους ίδιους ρυθμούς, υπολογίζεται επισήμως ότι στο τέλος του έτους θα φτάσουμε στο 38,4%. Και κάθε μήνα θα προστίθεται ένα 2,6%.

Αυτή είναι μια σχεδιασμένη πολιτική για την ερημοποίηση της χώρας. Και όμως αν γίνονταν σήμερα εκλογές θα είχαμε την ίδια κυβέρνηση, μια που στην πρόσφατη δημοσκόπηση της Public Issue, τα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης συγκεντρώνουν 44% και μαζί με τη ρεζέρβα του παρακράτους της Χρυσής Αυγής φτάνουν στο 54%. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μοιάζει να κερδίζει από αυτή την κρίση, παραμένει στάσιμος και βρίσκεται πίσω από τη Ν.Δ.

Και αυτό θέτει ένα ερώτημα. Μήπως θα ήταν προτιμότερο για τον ΣΥΡΙΖΑ, αντί να προσπαθεί να μας πείσει πως μπορεί να κυβερνήσει, να μας έπειθε πως μπορεί να κάνει αντιπολίτευση στη συγκεκριμένη φασίζουσα κυβέρνηση, που καταργεί το Σύνταγμα με τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που ουδέποτε κυρώθηκαν από τη Βουλή, όπως προβλέπει ρητά το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος;

Τα πραξικοπήματα δεν καταργούν όλο το Σύνταγμα. Αναστέλλουν την ισχύ κάποιων άρθρων. (Οι τρεις συνταγματολόγοι που βρίσκονται στην κυβέρνηση, τι να δίδασκαν άραγε στους φοιτητές τους;) Κάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ τον λαό σε αντίσταση; Δεν το είδαμε. Μάνεση δεν έχουν διαβάσει; Πού είναι τα κινήματα ανέργων και αστέγων; Πού είναι οι εναλλακτικές προτάσεις για την οργάνωση μιας άλλης μορφής και δράσης, εδώ και τώρα (συνεταιρισμοί, δίκτυα αλληλεγγύης, πρωτοβουλίες ανυπακοής, καταλήψεις κ.λπ.);

Η στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ ίσως να δείχνει και τα όριά του. Εχει εγκλειστεί σε έναν εκλογοκεντρισμό, προσπαθεί να πείσει τους επαγγελματίες συκοφάντες του, ανοίγοντας διάλογο με αναξιόπιστα και φαιδρά πρόσωπα, που ψευδολογούν κατ' επάγγελμα με έναν φασίζοντα λόγο. Με τους φασίστες, ημιφασίστες και κρυπτοφασίστες κάθε διάλογος είναι αδύνατος. Και αυτοί δεν χρειάζονται να είναι μέλη της Χρυσής Αυγής. Κάλλιστα μπορεί να είναι στο πάνελ όπου βρίσκεται προσκεκλημένος και κάποιος εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ. Με έναν οικοδεσπότη που χρησιμοποιεί όλη του τη δεξιοτεχνία για να διαβάλει όσο μπορεί τις απόψεις που δεν του αρέσουν.

Στη ναζιστική Κατοχή υπήρχε ελπίδα γιατί υπήρχε Αντίσταση. Σήμερα ποιοι αντιστέκονται; Σίγουρα υπάρχουν τα μαζικά συλλαλητήρια, οι απεργίες, τα κινήματα των πλατειών ή ακόμα κινήματα για το περιβάλλον, την αλληλεγγύη, καταλήψεις, αυτόνομα στέκια, άρνηση πληρωμής των διοδίων κ.λπ. Αυτά που οργανώνονται από κόμματα ή συνδικαλιστικούς φορείς είναι περισσότερο για να δείξουν τη δύναμή τους και λιγότερο για να διεκδικήσουν συστηματικά ένα αίτημα και να μην υποχωρήσουν αν δεν δικαιωθούν.

Αυτό δείχνει κάτι θλιβερό. Εχουμε πείρα να χάνουμε, αλλά όχι πείρα να κερδίζουμε. Και αυτό οφείλεται στο ότι ο φορέας έχει αντικαταστήσει την κοινωνία. Αυτοί που δεν χρειάζονται κανένα φορέα είναι οι αναρχικοί, μια και ταυτίζονται με την άμεση δημοκρατία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Γι' αυτό και είναι τόσο πολύ δυσφημισμένοι. Ολοι οι φασισμοί είχαν πάντα στόχο τη Δημοκρατία, τον Ανθρωπισμό και την Αλληλεγγύη.

                                                         ένα κείμενο του Περικλή Κοροβέση (από εδώ)

22/1/13

Πάμε σαν άλλοτε; - του Χριστόφορου Παπαδόπουλου




Να συμφωνήσουμε - δεν είναι δα και δύσκολο, το έχουμε κάνει ήδη - ότι η επίθεση που δεχόμαστε από το (μνημονιακό) μπλοκ εξουσίας είναι πολυεπίπεδη, ότι είναι αδίστακτη, ότι δεν έχει ενδοιασμούς. Ότι για την παραμονή του στην εξουσία, το μπολοκ αυτό μπορεί να θυσιάσει τις κοινωνικές συναινέσεις, τη δημοκρατία, τη νεωτερικότητα, ακόμα και την κρατική ασφάλεια.

Να συμφωνήσουμε, επίσης, ότι η δική μας αιχμή είναι το κοινωνικό ζήτημα: οι μισθοί, οι συντάξεις, η φτώχεια, η ανεργία, τα κοινωνικά δικαιώματα.

Κατά πάσα πιθανότητα θα συμφωνούσαμε, το ίδιο εύκολα, ότι η δημοκρατία είναι ο δεύτερος (πλην ισότιμος) πυλώνας του πολιτικού μας σχεδίου. Ότι το αντίπαλο πολιτικό σχέδιο, εξασφάλισης της υπεροχής, περνάει μέσα από την ανασύσταση του μετεμφυλιακού κράτους και της πολιτικής διαχείρισης του φόβου και των ανασφαλειών των μεσαίων στρωμάτων.

Ίσως, αν συνειδητοποιούσαμε ότι το σχέδιο των αντιπάλων εργάζεται ταυτόχρονα και μακροπρόθεσμα, θα γλιτώναμε τις πρόχειρες αναλύσεις και τις γραμμικές απαντήσεις. Με άλλα λόγια, μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι η έξαρση της καταστολής και η διαχείριση του φόβου, ο αντιπερισπασμός δηλαδή από το κοινωνικό ζήτημα, είναι η μία πλευρά της ηγεμονικής ανασύστασης του πολιτικού συστήματος. Η άλλη εργάζεται μακροπρόθεσμα, διαμέσου της ανασύστασης των συντηρητικών αξιών: της δύναμης, της επιβολής, της ιεραρχίας, του Νόμου και της τάξης. Συντηρεί ως καταφύγιο τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειας, της θρησκείας, την ανάμνηση της κοινοτικής ζωής, απέναντι στην εισβολή των «παρείσακτων». Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Tea Party, ενώ διαθέτει το πιο νεοφιλελεύθερο και αντικοινωνικό πρόγραμμα, βρίσκει μεγάλα ακροατήρια, όχι μόνο στα μεσαία στρώματα αλλά και στις κατεστραμμένες από την καπιταλιστική αναδιάρθρωση μερίδες της εργατικής τάξης των ΗΠΑ. Με αυτή την εμπειρία, δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι οι κοινωνικές πρακτικές είναι που γεννούν τη συνείδηση, και όχι απλά οι ιδέες. Άρα και ότι οι δικές μας πρακτικές οφείλουν να νοηματοδοτούν τις «δικές μας» ανταγωνιστικές αξίες.

Ενδεχομένως, πιο δύσκολα να συμφωνούσαμε ότι, μερικές φορές, άλλο πράγμα η πλειοψηφία και άλλο η ηγεμονία. Ότι, την πρώτη μπορείς να την καταλάβεις (εξ εφόδου ή δια της κοινοβουλευτικής οδού), ενώ τη δεύτερη οφείλεις να τη δημιουργήσεις και μάλιστα εκ του μηδενός. Με την έννοια ότι η (κυρίαρχη) ιδεολογία είναι αλλού.

Αν τα παραπάνω ισχύουν, τότε δεν υπάρχουν άκαιροι αγώνες και λάθος συγκρούσεις, τουλάχιστον όσοι (αγώνες και συγκρούσεις) αναφέρονται στον κόσμο των αξιών, δηλαδή της (αυριανής) πραγμάτωσης.

Μπορούμε όλοι να φανταστούμε έναν ΣΥΡΙΖΑ χωρίς απελευθερωτικές αξίες, έναν πραγματιστή ΣΥΡΙΖΑ, που το μοναδικό κυβερνητικό του διακύβευμα θα ήταν η κοινωνική σωτηρία. Θα ήταν ένας ΣΥΡΙΖΑ ειδικού σκοπού, απόλυτα χρήσιμου, αλλά αναλώσιμου λίγο μετά (την κοινωνική σωτηρία). Τότε, όλα θα μπορούσαν να συνεχίσουν όπως παλιά. Σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα ήταν, με τον ορισμό του Γκράμσι, μια «κίνηση συγκυριακή», δηλαδή μια κίνηση ευκαιριακή, σχεδόν τυχαία, που δεν θα παρήγαγε «οργανικά» αποτελέσματα, με την έννοια του μετασχηματισμού και της μετάβασης.

Επειδή, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι, ούτε και θα μπορούσαν να είναι, επειδή δεν έχουμε να κάνουμε με μια κρίση του πολιτικού συστήματος, αλλά με μια συστημική κρίση, με αυτή την έννοια, οι συστημικές απαντήσεις και οι συστημικές μεθοδολογίες δεν είναι απλά ατελέσφορες: είναι άνευ νοήματος και, σε κάθε περίπτωση, εκτός του ιστορικού γίγνεσθαι.

Ας το εξηγήσουμε αυτό λίγο παραπάνω. Αν πιστεύουμε ότι βρισκόμαστε στο μέσον μιας παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, ότι οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ επιλέγουν ένα δρόμο χωρίς επιστροφή (στο κεϋνσιανό υπόδειγμα, για παράδειγμα) με τη διάρρηξη των μεταπολεμικών κοινωνικών συμβολαίων (όταν μιλάμε για τη Δύση) και την ραγδαία υποτίμηση της εργατικής δύναμης, τότε ο στόχος για ένα εξισωτικό δημοκρατικό συμβόλαιο ή την αποκατάσταση του κοινωνικού κράτους μπορεί να είναι χρήσιμος στόχος μιας συνδικαλιστικής διεκδίκησης, που αξίζει τη συνδρομή κάθε αριστερής πολιτικής δύναμης. Αυτό, εξάλλου, θα μπορούσε να το διεκπεραιώσει μια παλιά καλή σοσιαλδημοκρατία, με τη συνδικαλιστική της γραφειοκρατία, τους κρατικούς συμβούλους, τους τεχνοκράτες και τα κλειστά πολιτικά επιτελεία. Μόνο που όλα τα παραπάνω, ακόμα και αυτά δηλαδή, είναι ανέφικτα. Ακόμα και αν διαθέταμε μια «πρόθυμη» σοσιαλδημοκρατία, είναι αδύνατα: αντιστοιχούν στον προηγούμενο κύκλο των συναινέσεων και του κοινωνικού συμβολαίου, στον ανοδικό κύκλο της καπιταλιστικής επέκτασης.

Στην παρούσα κρίση, αριστερή πολιτική δεν μπορεί να είναι άλλη από εκείνη της αλλαγής του υπάρχοντος, του μετασχηματισμού των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων, της επινόησης και της ανασύστασης της κοινωνικής και συλλογικής δράσης, της επανανοηματοδότησης, σε τελευταία ανάλυση, της δημοκρατίας και της πολιτικής. 

                                     ένα κείμενο του Χριστόφορου Παπαδόπουλου (από εδώ)

Παύλος Μάτεσις

18/1/13

Χτίζοντας το Νέο Εμφυλιοπολεμικό Κράτος - του Ηλία Ιωακείμογλου




Πώς η Δεξιά πήρε το προβάδισμα 

Η ελληνική οικονομία κινείται σήμερα επάνω σε μια καθοδική σπείρα διαδοχικών κύκλων φθίνουσας συσσώρευσης κεφαλαίου και αυξανόμενης ανεργίας. Η ύφεση και η ανεργία σχεδιάστηκαν και οργανώθηκαν από καθεστωτικούς οικονομολόγους, στους διεθνείς οργανισμούς και στα ελληνικά πανεπιστήμια, οι οποίοι πιστεύουν ότι έτσι μπορεί κάποιος να πυροδοτήσει μια διαδικασία μείωσης των εγχώριων τιμών, επομένως και αύξησης της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών. Γνωρίζουν τώρα ότι αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί, τουλάχιστον όχι στην Ελλάδα.

Έχουν όμως αντιληφθεί εν τω μεταξύ, όπως και το πολιτικό προσωπικό του καθεστώτος, ότι η δραστική μείωση των μισθών, η ύφεση και η ανεργία δημιουργούν ταξικούς συσχετισμούς δύναμης που επιτρέπουν στην άρχουσα τάξη να ανασυγκροτήσει την ελληνική οικονομία σε νέες βάσεις: κινεζοποίηση της αγοράς εργασίας, γιγαντιαία μεταφορά πόρων από τις εργαζόμενες τάξεις προς τους κεφαλαιούχους ώστε να διασωθεί το πλασματικό κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους. Τι πιο φυσικό, λοιπόν, να συνεχίζεται μια πολιτική που δεν επιτυγχάνει μεν τους διακηρυγμένους στόχους της (μείωση των τιμών, αύξηση εξαγωγών κλπ) πλην όμως αποδιαρθρώνει και αναπλάθει την ελληνική οικονομία και κοινωνία έτσι ώστε να διασωθεί το καταρρέον οικονομικό και πολιτικό καθεστώς του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού.

Το σύστημα απαιτεί ανθρωποθυσίες για να υπερβεί τις κρίσεις του. O Mαρξ το περιγράφει σαν έναν Μολώχ, έναν τρομερό παγανιστικό θεό που επιθυμεί να πιει νέκταρ από τα κρανία των νεκρών. Υπερβολή;

Εάν θα υπάρξουν ή δεν θα υπάρξουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που θα σταματήσουν τις ανθρωποθυσίες εξαρτάται από την ικανότητα της αστικής τάξης να ασκεί πολιτική ηγεμονία. Εξαρτάται δηλαδή από την ικανότητά της να παρουσιάζει ένα πολιτικό σχέδιο με το οποίο το δικό της μερικό συμφέρον να εμφανίζεται ως γενικό συμφέρον. Η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, όμως, έχει προκαλέσει τεράστια οικονομική και κοινωνική καταστροφή στις πιο αδύναμες τάξεις της ελληνικής κοινωνίας διατηρώντας στο απυρόβλητο τις πιο εύπορες και πλούσιες κοινωνικές τάξεις. Ως εκ τούτου είναι μια πολιτική που είναι αδύνατον να ασκηθεί στο όνομα του γενικού συμφέροντος. Είναι μια πολιτική που έχει οδηγήσει σε κενό πολιτικής ηγεμονίας, ένα κενό που διεκδικούν πλέον να καλύψουν και οι εργαζόμενες τάξεις με την πολιτική τους εκπροσώπηση από τον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά τις εκλογές του Ιουνίου έχει εκκινήσει ένας αγώνας δρόμου για την πολιτική ηγεμονία από την Αριστερά και την Δεξιά: ποιος από τους δύο θα κατορθώσει πρώτος να συγκροτήσει έναν νέο ή ανανεωμένο κοινωνικό συνασπισμό εξουσίας παραμένει προς το παρόν απροσδιόριστο.

Εκφασισμός ή Αριστερά


Για την άρχουσα τάξη, ως μοναδική ορατή λύση στο κενό ηγεμονίας υπάρχει πλέον ο εκφασισμός και η οικοδόμηση ενός Νέου Εμφυλιοπολεμικού Κράτους που θα διασφαλίζει την συντριβή των πιο αδύναμων, θα παρέχει μεγάλα προνόμια στην αστική τάξη, μικρά προνόμια στην λαϊκή συντηρητική βάση της Δεξιάς, ασφάλεια στους μικροαστούς νοικοκυραίους, και θα κρατάει στο περιθώριο τον εσωτερικό εχθρό, δηλαδή την Αριστερά, τους αναρχικούς, τους αντιεξουσιαστές. Ο φασισμός δεν αναδύεται πλέον μόνον ως κίνημα, αλλά και ως ηγεμονική πολιτική πρόταση.

Από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών έως τις επεμβάσεις της αστυνομίας στους αυτοδιαχειριζόμενος χώρους (βίλα Αμαλίας, κατάληψη Λέλας Καραγιάννη) προχωράει γρήγορα η προσχώρηση όλων των καθεστωτικών κοινωνικών δυνάμεων σε μια διαδικασία γενικευμένου εκφασισμού. Κάθε νέο βήμα σε αυτή τη διαδικασία λειτουργεί ως αφορμή να εκφραστούν οι εκλεκτικές ιδεολογικές συγγένειες μεταξύ διαφορετικών, και εκ πρώτης όψεως αντίπαλων, ρευμάτων της δεξιάς, του κέντρου και της ακροδεξιάς. Τώρα πια, από τους πιο μετριοπαθείς έως τους ακραιφνείς νεοφιλελεύθερους της ΝΔ, η Χρυσή Αυγή αντιμετωπίζεται με επιείκεια, ανοχή, και συμπάθεια –συγκεκαλυμμένη μεν, πλην όμως ορατή δια γυμνού οφθαλμού, ως ημι-παράνομη έλξη. Η όποια αντιπαλότητά τους είναι απλώς αντιπαράθεση για την ηγεμονία επί του ενιαίου πλέον δεξιού - ακροδεξιού χώρου.

Είναι ήδη φανερό ότι η φασιστική πρόταση μπορεί να συνενώσει σε μια νέα ταξική συμμαχία (που στηρίζεται στον κοινωνικό δαρβινισμό, στο μίσος για το μετανάστη, στον εθνικισμό και την επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες της αστυνομίας, του στρατού, της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας, της μηδενικής ανοχής και της καταδίωξης των αδύναμων), μια σειρά κοινωνικών τάξεων, μερίδων τάξεων και κοινωνικών ομάδων: από το τραπεζικό κεφάλαιο, τους μεγάλους και μικρούς κεφαλαιοκράτες, τους επαγγελματίες της ιδεολογίας, τους οικονομολόγους, τους μεγαλοδημοσιογράφους, έως μερίδες ανέργων και εξαθλιωμένων συνταξιούχων, τα στελέχη των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων, τους θρησκόληπτους και τους μπράβους, το λούμπεν προλεταριάτο.

Η κίνηση αυτή του εκφασισμού, πραγματοποιείται πλέον με πρωτοβουλία της ΝΔ, που αναλαμβάνει το πηδάλιο του εκφασισμού από την ΧΑ επειδή ως κυβέρνηση έχει την δυνατότητα να καταργεί θεσμούς, να παρεμβαίνει με τους κατασταλτικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς του Κράτους στις κατεστημένες μεταπολιτευτικές ισορροπίες, να νομιμοποιεί τον φασισμό αλλάζοντας τους θεσμούς και χτίζοντας έτσι το Νέο Εμφυλιοπολεμικό Κράτος. Η Δεξιά συσπειρώνεται πλέον κάτω από την πολεμική ομπρέλα του Νέου Εμφυλιοπολεμικού Κράτους σε σχηματισμούς ταξικής μάχης.

Στην άλλη άκρη, ο "λαός της Αριστεράς" (με την πιο ευρεία δυνατή έννοια της λέξης), η "κοινωνική Αριστερά" συγκεντρώνεται πλειοψηφικά στις περισσότερες επαγγελματικές κατηγορίες εργαζομένων με μισθωτή σχέση στον ιδιωτικό τομέα (πλην όμως όχι τις ανώτερες βαθμίδες της εργασιακής ιεραρχίας), τους εργάτες, τους προλετάριους των υπηρεσιών, τους πρεκάριους, τους άνεργους, τους χαμηλόμισθους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που εκπροσωπεί για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση την κοινωνική Αριστερά, τον "λαό της Αριστεράς", βρίσκεται σε διαδικασία συγκρότησης ενός μαζικού ταξικού κόμματος με ηγεμονικές αξιώσεις ανασυγκρότησης της χώρας.

Ποιος από τους δύο θα κερδίσει τον αγώνα δρόμου προς την πολιτική ηγεμονία και την εξουσία παραμένει απροσδιόριστο. Η Ιστορία δεν είναι η γραμμική εξέλιξη του παρελθόντος και ενδέχεται απρόβλεπτοι παράγοντες να μετατρέψουν ριζικά τις σημερινές πολιτικές τάσεις.

Σήμερα, πάντως, οι τάσεις αυτές ορίζουν ένα μέλλον που φαίνεται να συμπυκνώνεται στο δίλημμα "Εκφασισμός ή Αριστερά".

Μερικές θέσεις για τον αγώνα δρόμου προς την ηγεμονία


 1.  O ΣΥΡΙΖΑ είναι η εκπροσώπηση του λαού της Αριστεράς στην πλειοψηφία του, και διεκδικεί την διατύπωση ενός ηγεμονικού σχεδίου που θα κλείσει τον δρόμο στο φασισμό, θα φέρει τις εργαζόμενες τάξεις στη θέση της κυβέρνησης, θα μετατρέψει θεαματικά τον ταξικό συσχετισμό δυνάμεων, θα σταματήσει τις ανθρωποθυσίες και ενδεχομένως θα επιχειρήσει ριζικές αλλαγές στην οργάνωση και τη διεύθυνση της παραγωγής, δηλαδή στις παραγωγικές σχέσεις. Είμαστε σε μια ιστορικά σπάνια συγκυρία κατά την οποία οι "από πάνω" δεν πείθουν για την ικανότητά τους να κυβερνήσουν ως ηγεμόνες, δηλαδή ως εκφραστές του γενικού συμφέροντος, και οι "από κάτω" συγκεντρώνονται σε έναν πολιτικό σχηματισμό που δεν ανήκει στους "από πάνω" και ο οποίος αργά μεν αλλά σταθερά μορφοποιεί το ηγεμονικό σχέδιο των εργαζόμενων τάξεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η ηγετική του ομάδα, είναι ο ίδιος ο λαός της Αριστεράς που επιχειρεί να γίνει ηγετική δύναμη της χώρας. Για αυτό το λόγο η θέση όλων των ζωντανών δυνάμεών της Αριστεράς, από τους σοσιαλδημοκράτες του παλιού Συνασπισμού έως τους αναρχικούς, βρίσκεται μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που δεν κατανοούν την ταξική φύση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε την δυναμική της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, και δρουν με βάση γενικές και αφηρημένες ιδεολογικές αρχές, έχουν αποσυρθεί στα στεγανά διαμερίσματά τους για να παρακολουθήσουν την πυρκαγιά από τα μπαλκόνια τους.

2.  Ακριβώς όπως η Δεξιά έγινε μια εμπόλεμη Δεξιά και συσπειρώνεται πλέον στο Νέο Εμφυλιοπολεμικό Κράτος σε σχηματισμούς ταξικής μάχης, η Αριστερά πρέπει να οργανώσει τη δική της ηγεμονική ομπρέλα, τους δικούς της σχηματισμούς ταξικής μάχης. Στη σημερινή συγκυρία ιστορικής όξυνσης των ταξικών συγκρούσεων, της ακραίας πόλωσης σε Αριστερά και Δεξιά, η ηγετική ομάδα του Σύριζα δεν μπορεί να θεωρεί ότι η δουλειά του Αριστεράς στις μάζες είναι μόνο οι ευγενικές δράσεις αλληλεγγύης, όσο πολύτιμες και εάν είναι αυτές. Η Αριστερά, μάρτυράς μας η Ιστορία, είναι και οι ρήξεις και η ανυπακοή και η αμφισβήτηση των νόμων και της εξουσίας, και η αμφισβήτηση των θεσμών στους ιστούς των οποίων είναι μπλεγμένη η καθημερινή μας ζωή. Ίσως η ηγετική ομάδα δεν το έχει καταλάβει, αλλά η βάση του ΣΥΡΙΖΑ νοιώθει "ότι η Βάρκιζα τελείωσε. Ότι θέλουμε πραγματικά να αλλάξουμε τον κόσμο" (Κυριακή Κλοκίτη) και να τον αλλάξουμε τώρα. Εξάλλου, αν όχι τώρα, πότε; Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στραφεί σε αυτές τις ιστορικές ανατρεπτικές αξίες της Αριστεράς δεν θα μπορέσει να συσπειρώσει τον λαό του σε σχηματισμούς ταξικής μάχης και η συγκρότηση του φασιστικού συνασπισμού εξουσίας θα προχωρήσει απρόσκοπτη.

3. Οι επιθέσεις στις ελεύθερες συλλογικότητες των καταλήψεων δεν είναι επικοινωνιακή στρατηγική της Δεξιάς: είναι ένα επεισόδιο στη διαδικασία ανασυγκρότησης του αστικού κοινωνικού συνασπισμού εξουσίας εξουσίας υπό την ηγεμονία της εθνικοφροσύνης και του φασισμού. Είναι η ίδια η απόπειρα της αστικής τάξης να συγκεντρώσει ξανά κάτω από την ηγεμονική της ομπρέλα τις μικροαστικές μάζες και να ανακτήσει τη στήριξη των συντηρητικών λαϊκών μαζών που διαμαρτύρονται τώρα προσφεύγοντας στη ΧΑ και τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Δεν είναι επικοινωνιακή πολιτική: είναι ακόμη ένας πλίνθος στην οικοδόμηση του Νέου Εμφυλιοπολεμικού Κράτους. Η αστυνομία δεν εισβάλλει στις καταλήψεις προκειμένου να αλλάξει την ατζέντα της συζήτησης, αλλά επειδή αυτές οι επιθέσεις αποτελούν το ιδεολογικό τσιμέντο που δένει τις ταξικές συμμαχίες του φασιστικού μπλοκ εξουσίας. Γι΄ αυτό το λόγο, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να υπερασπίζεται τις ελεύθερες συλλογικότητες των καταλήψεων. Επειδή "η Βίλα και οι συλληφθέντες αγωνιστές και αγωνίστριες της ανακατάληψής της είναι η Χαλυβουργία, η Δωδώνη, η Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, οι δάσκαλοι και εργαζόμενοι στους δήμους, οι φοιτητές και φοιτήτριες του ΑΠΘ" (Γιώργος Καλαμπόκας).

4.  Μέσα στη δεδομένη συγκυρία, είναι αδιανόητο και θλιβερό οι τηλεμπάτσοι να εγκαλούν τον ΣΥΡΙΖΑ να απολογηθεί και αυτός να απολογείται: Τη στιγμή που η Δεξιά συσπειρώνεται κάτω από την πολεμική ομπρέλα του Νέου Εμφυλιοπολεμικού Κράτους σε σχηματισμούς ταξικής μάχης, που έχει γίνει μια εμπόλεμη δεξιά "χωρίς να δεσμεύεται από την ειρήνη που θέσπισε η Μεταπολίτευση" (Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος), τη στιγμή που οργανώνει την επίσημη κρατική βία για να τη στρέψει ενάντια στις δικές μας δυνάμεις, η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να περάσει στην αντεπίθεση, προτείνει να καπνίσουμε όλοι μαζί την πίπα της ειρήνης. Σε αυτό το παιχνίδι υποταγής, με αφορμή την υπόθεση της βίλας Αμαλία, πήρε την απόφαση η ηγετική ομάδα να διαρρήξει ο ΣΥΡΙΖΑ τις σχέσεις του με τον αντιεξουσιαστικό και τον αναρχικό χώρο. Είναι πολύ πιθανό, όμως, ότι για την πλειοψηφία της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ "οι αυτοδιαχειριζόμενοι κοινωνικοί χώροι, τα κοινωνικά στέκια και το πανεπιστημιακό άσυλο αποτελούν μερικούς από τους ελάχιστους πλέον θύλακες αντίστασης, που αντανακλούν συμβολικά τις αξίες της αλληλεγγύης, της αυτο-οργάνωσης, της συλλογικότητας, της αποεμπορευματοποίησης και της δημοκρατίας, συνεπώς σκιαγραφούν ένα υπόδειγμα κοινωνικής οργάνωσης άλλο από το κυρίαρχο" (Πέτρος Δράτσας).

5. Ανάμεσα στον λαό της Αριστεράς και τον λαό της Δεξιάς, ανάμεσα στην κοινωνική Αριστερά και στην κοινωνική Δεξιά δεν βρίσκεται ένας τρίτος λαός, ο λαός των νοικοκυραίων, μια ιδεολογικά άμορφη μάζα που μπορεί να μετακινηθεί αριστερά ή δεξιά ανάλογα με τις δυσκολίες της στιγμής, ανάλογα με την ρητορεία του ενός ή του άλλου κόμματος. Ανάμεσα στον λαό της Αριστεράς και τον λαό της Δεξιάς υπάρχει μια μερίδα της μικροαστικής τάξης που έχει εισοδήματα από εργασία και κατέχει ταυτοχρόνως περιουσιακά στοιχεία -και για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι μια τάξη επαμφοτερίζουσα. Είναι μια τάξη που συνθλίβεται από την μείωση των μισθών και των συντάξεων, από την ανασφάλεια σχετικά με την απαξίωση των περιουσιακών της στοιχείων και από τον φόβο της προλεταριοποίησης. Η τάξη αυτή, που εκπροσωπείται προνομιακά από τον Champagne Socialism της ΔΗΜΑΡ και εκφράζεται από τους νεοφίλ οργανικούς διανοούμενους του αστισμού (Έφη Γιαννοπούλου και Θεόφιλος Τραμπούλης), έχει μεγάλη "κοινωνική επιφάνεια" αλλά είναι αριθμητικά περιορισμένη. Η επαμφοτερίζουσα φύση αυτής της μερίδας της μικροαστικής τάξης επιτρέπει στις δυνάμεις της Αριστεράς, ακολουθώντας τις συμβουλές του Λένιν, να επιδιώξουμε την πολιτική της ουδετερότητα ή τη διαίρεσή της στην επερχόμενη μεγάλη σύγκρουση με τη Δεξιά. Τίποτα παραπάνω από την ουδετερότητα ή την διαίρεση, ακριβώς επειδή είναι επαμφοτερίζουσα τάξη.

6. Στον αγώνα δρόμου για την ηγεμονία προηγείται η Δεξιά επειδή συσπειρώνεται πλέον κάτω από την πολεμική ομπρέλα του Νέου Εμφυλιοπολεμικού Κράτους σε σχηματισμούς ταξικής μάχης. Δεν πρόκειται για αγώνα δρόμου που αφορά στην διεκδίκηση ενός εθνικού ακροατηρίου που διεκδικούν οι δύο πλευρές, όπως κατά τα φαινόμενα νομίζει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για τον βαθμό συσπείρωσης της κοινωνικής Δεξιάς και της κοινωνικής Αριστεράς, του λαού της Δεξιάς και του λαού της Αριστεράς κάτω από τα αντίστοιχα ηγεμονικά σχέδια της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Το προβάδισμα της ΝΔ στη συσπείρωση του λαού της Δεξιάς (όπως π.χ. με την πρόσφατη διάσπαση των Ανεξάρτητων Ελλήνων) θα πρέπει να το δούμε σύντομα να αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να σταματήσει την στροφή προς το συρρικνούμενο Κέντρο και τους ανύπαρκτους αριστερούς νοικοκυραίους και να τονίσει την αριστερή ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ για να συσπειρώσει αυτούς που όντως μπορεί να συσπειρώσει, αυτούς που μπορούν και θέλουν ή θα μπορούσαν και θα ήθελαν να έχουν αριστερή ταυτότητα, για να επεκτείνουμε την πολιτική μας επιρροή  "ακριβώς σε εκείνες τις κοινωνικές τάξεις και ομάδες για τις οποίες η αριστερά ιδρύθηκε και υπάρχει" (Χρήστος Λάσκος και Χριστόφορος Παπαδόπουλος).

Τότε όμως θα πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά και την ακολουθούμενη πολιτική από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Να λειτουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, και εννοείται, με εσωκομματική δημοκρατία: να μιλήσει η βάση για τις στρατηγικές κατευθύνσεις. Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αναγκαστικά το μεγάλο θέμα που θα επικρατήσει στο Συνέδριο.

                                                   ένα κείμενο του Ηλία Ιωακείμογλου (από εδώ)

17/1/13

Ουαί υμίν... - του Δημήτρη Μπελαντή




Σε μια περίοδο όπου κλιμακώνεται η εδώ και τρία χρόνια διεξαγόμενη επίθεση κατά της μισθωτής εργασίας στην χώρα μας, και ο πήχυς του κρατικού αυταρχισμού συνεχώς ανεβαίνει, γεννώντας μια διαρκή κατάσταση «κοινοβουλευτικής εξαίρεσης», η κυβέρνηση, δια χειρός Δένδια και κατασταλτικών μηχανισμών, ανέλαβε να ξεκαθαρίσει τις καταλήψεις και τους αυτοδιαχειριζόμενους χώρους και να αποκαθάρει την πόλη από το άγος της βίας και της «ανομίας». Ειδικά στην περίπτωση της Βίλλας Αμαλία, η επιχείρηση αυτή επισώρευσε αρκετά  μπουκάλια μπύρας και κασκόλ, ώστε να μπορούν να στοιχειοθετηθούν «κακουργηματικές» πράξεις κατά των καταληψιών. Τα δε ΜΜΕ έστησαν επικοινωνιακό χορό γύρω από την βία στις συνοικίες της Αθήνας και τις ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ, περιέργως την ίδια ακριβώς στιγμή που καταδεικνύεται μέσα από στοιχεία η χρεωκοπία του μνημονιακού εκσυγχρονισμού, του «μικρού αλλά έντιμου κράτους», η ποταπότητα και η μεγάλη διαπλοκή του ηγετικού πολιτικού προσωπικού που διαχειρίσθηκε τα μνημόνια.   

 «Βία» , λοιπόν, με ορμητήριο τις καταλήψεις. Ας μιλήσουμε για την βία, αφού αυτό το θέμα αρέσει στα ΜΜΕ. Ας τους κάνουμε το χατίρι.

Η βία δεν υπάρχει στην ελληνική κοινωνία: εισάγεται από τα στέκια και τις καταλήψεις! Δεν αποτελεί βία η ύπαρξη του 27 % της ανεργίας. Ούτε η συνεχής κατακρήμνιση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, των επιστημόνων, της νεολαίας, των επισφαλώς εργαζόμενων, των μεσαίων στρωμάτων. Δεν αποτελούν βία οι 3.000 αυτοκτονίες (ο αριθμός μεγαλώνει συνέχεια), η διάδοση των ψυχικών νοσημάτων, τα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία από την ασιτία, οι άστεγοι και αυτοί που τους κόβει το ρεύμα η ΔΕΗ για το χαράτσι. Δεν αποτελεί βία η ερήμωση των πόλεων και τα σφαλισμένα καταστήματα. Η επιστροφή της Ελλάδας στα στάνταρντς της δεκαετίας του ’40 είναι μια απολύτως ήπια και συναινετική διαδικασία. Είδατε να εκτελούν κανέναν εσείς που μιλάτε για «νέα Κατοχή»;

Ούτε η μετατροπή της Ελλάδας και πάλι σε χώρα μεταναστευτικών εκροών αποτελεί βία. Η διάλυση της υγείας με τον διαβόητο ΕΟΠΥΥ, και της παιδείας με συγχωνεύσεις σχολείων και πανεπιστημίων και την μαζική απόλυση προσωπικού εν όψει, θα ψηφίζονται από την Βουλή ειρηνικά, και μάλιστα με την  έγκυρη διαδικασία των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου. Η ιδεολογική επίθεση ενάντια στα «προνόμια» των εργαζομένων στο Δημόσιο είναι και αυτή ειρηνική και πρόσφορη, αφού μάλιστα θα αποκαταστήσει την κοινωνική ισότητα στα επίπεδα των 300 ευρώ και θα ανακουφίσει τους εργατουπάλληλους. Όλοι αυτοί οι κύριοι που με ευκολία κόβουν τα επιδόματα αναπήρων και πολυτέκνων μέσα στο κοινοβούλιο, το κάνουν ευπροσήγορα, με διαλεκτική δεινότητα, και βάσει των αρετών του διαλόγου - σκεφτείτε τον κ. Βρούτση ή, ακόμη καλύτερα, τον κ. Βορίδη.

Αλλά ας μιλήσουμε και για την «ανομία». Αισθανόμαστε τον πειρασμό να διαπιστώσουμε ότι  ανομία δεν είναι βασικά η παρανομία (η παραβίαση του νόμου), αλλά ένα καθεστώς παντελούς  έλλειψης δεσμευτικών  κανόνων και ζούγκλας, όπου ο πιο ισχυρός βαφτίζει την ισχύ  και την απόφασή του ως «νόμο». Αυτό που εννούσε ο Ε. Ντυρκάιμ  στα 1890, όταν έγραφε για την αυτοκτονία.  Η ανομία δεν αφορά σήμερα τις καταλήψεις οικημάτων, αλλά κάτι πολύ ευρύτερο: την κατάλυση του Συντάγματος, το τέλος των κοινωνικών συμβολαίων, το πέταγμα της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας στον σκουπιδοντενεκέ. Η ανομία δεν είναι παρά ο κοινωνικός δαρβινισμός του απεριόριστου νεοφιλελευθερισμού, του πιο ολοκληρωτικού καπιταλισμού, που εγκαταλείπει  και πατά τους αδύνατους, όχι γιατί είναι «φυλετικά κατώτεροι» -όπως θα έλεγε η Χρυσή Αυγή-, αλλά γιατί δεν προσαρμόσθηκαν καλά στην αγορά -όπως θα έλεγαν ο Χάγιεκ, ο  Σαμαράς, ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης.

Είναι ανέκδοτο να μιλάς για «ανομία των αναρχικών» στη χώρα που ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα. Όπου οι βιομήχανοι και οι εφοπλιστές δεν φοροδιαφεύγουν, αλλά βάσει «κανόνων» φοροαπαλλάσσονται, όπου αυτοί που πετιούνται  στον δρόμο ονομάζονται «προνομιούχοι» και οι κεφαλαιοκράτες είναι κάποια «δημιουργικά» πρόσωπα, τα οποία παλεύουν για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, όταν δεν κουράζονται να φτιάχνουν off shore και να ασχολούνται εν είδει Cosa Nostra με τις ΠΑΕ. Και όλα αυτά, ξεχνώντας τα ΜΑΤ, τα χημικά, τα περίστροφα που εκπυρσοκρότησαν τα τελευταία σαράντα χρόνια, με τελευταίο τον Γρηγορόπουλο. «Σκοτώθηκε, αντιστεκόμενος στην σύλληψη», όπως θα έλεγαν και στο ένδοξο Ράιχ.
     
Υπάρχει, λοιπόν, η άμεση φυσική βία, αλλά και η δομική βία: η μόνιμη και αυξανόμενη αναντιστοιχία ανάμεσα στις δυνατότητες αυτοπραγμάτωσης του σύγχρονου ανθρώπου και το ασφυκτικό πλαίσιο όπου εγκλωβίζεται κοινωνικά. Η δομική βία στην Ελλάδα των μνημονίων δεν μπορεί παρά να γεννά άπειρη κρατική και κοινωνική φυσική βία, και να ενισχύει την κοινωνική ένταση. Είναι η  λυσσαλέα βία του κρατικού μηχανισμού, του υπουργού  ΠΡΟΠΟ,  της αστυνομίας και των δικαστηρίων, που τώρα χτυπά τις  καταλήψεις και τους αντεξουσιαστές, ενώ χτες χτυπούσε τα συνδικάτα, την Αριστερά, τους μετανάστες: αύριο θα χτυπά τους πάντες. Είναι η φασιστική βία, που βγάζει στον αφρό την απόγνωση πληβειοποιημένων στρωμάτων και την στρέφει ανέξοδα ενάντια  στους ακόμη πιο ανίσχυρους. Είναι η κοινωνική αντιβία, που άλλοτε παίρνει μορφές κατανοητές και αποδεκτές –όταν συνδέεται οργανικά με τα κοινωνικά κινήματα–, και άλλοτε (θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά σε μια κερματισμένη κοινωνία;) παίρνει μορφές απολύτως αυτοαναφορικές, μειοψηφικές και ανομιμοποίητες. Θα προσθέταμε μάλιστα ότι το κράτος, σπάζοντας τα όποια συμβόλαια με τον ριζοσπαστικό ,και ιδίως τον αντεξουσιαστικό χώρο, πνίγοντας τους όρους ύπαρξής του, προωθεί μια στρατηγική της έντασης και της βίας υψηλής στόχευσης, καθορίζοντας και προεπιλέγοντας τον «ονοματοποιήσιμο» αντίπαλό του.

Για να ξαναγυρίσουμε, όμως, στις καταλήψεις. Η Αριστερά οφείλει να τις υπερασπιστεί ως κοινωνική τάση για τους ίδιους ακριβώς λόγους που τις καταστέλλει το κράτος. Το κράτος δεν καταστέλλει τις καταλήψεις επειδή ορισμένες φορές λειτουργούν ως ορμητήρια μειοψηφικής βίας. Τις καταστέλλει επειδή λειτουργούν ως ένα όριο στην μειοψηφική βία, επειδή μέσα σε αυτές λειτουργούν δυνατότητες ενός μη εμπορευματοποιημένου κόσμου, δυνατότητες κοινωνικού διαλόγου, μη αγοραίων κοινωνικών μορφών, δυνατότητες ανάπτυξης του  κοινωνικού φαντασιακού και του νοήματος και γνήσιων ανθρώπινων σχέσεων –όπως συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επειδή, παρά τα όποια προβλήματά του, τις καθηλώσεις του, τις αποτυχίες του, ο αντεξουσιαστικός χώρος  μέσα από αυτές προτείνει ένα πρότυπο, μειοψηφικό μεν, αλλά διαφορετικό από την εμπορευματοποίηση των πάντων και την διάχυτη επικύρωση των ιεραρχικών σχέσεων. Επειδή κάποιοι και κάποιες μπορούν ακόμη να ελπίζουν και να μην υπόκεινται στον φόβο. Αυτό το περιεχόμενο δεν είναι εχθρικό προς εμάς, αλλά αντιθέτως, σχετίζεται άμεσα με αυτήν την αξιακή ποιότητα που θα θέλαμε να «καταλάβει» όχι μόνο την οδό Δεριγνύ ή τον Σκαραμαγκά, αλλά ολόκληρη την κοινωνία.        

Συνεπώς, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στο να διακρίνουμε τους αναρχικούς, και ίσως αύριο τους ριζοσπάστες, από τους «νοικοκυραίους», διασπώντας έτσι την πολιτική συνέχεια ανάμεσα στο 4% του παλιού ΣΥΡΙΖΑ και το 27% του νέου. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο να διευρύνουμε και να καθολικοποιήσουμε αξίες που βγαίνουν και μέσα από τις καταλήψεις και τους χώρους ελευθερίας: διαμορφώνοντας ένα νέο ηγεμονικό πλαίσιο και πείθοντας τον μέσο πολίτη και  ψηφοφόρο που μας πλησιάζει με ελπίδα, ότι εχθρός του δεν είναι οι «βίλλες» και οι  καταλήψεις, όπως του διαλαλούν τα ΜΜΕ, αλλά το ασφυκτικό κοινωνικό πλαίσιο που τον περιβάλλει και τον σκοτώνει. 

Κοντολογίς, η διαφωνία μας με την αναρχία δεν θα έπρεπε να διατυπώνεται ως άρνηση της αυτοαξιοποίησης και της λειτουργίας χώρων με βάση την αξία χρήσης, και όχι το εμπόρευμα. Αλλά στην πρόταση, από την πλευρά μας, όρων που θα διεύρυναν και θα γενίκευαν αυτά τα πειράματα και πέρα από τα όρια της αναρχίας - χωρίς καμία αυταπάτη ότι θα περάσουμε στον κομμουνισμό μέσα από «κόκκινους θύλακες». Αυτονόητο είναι, βεβαίως, ότι πέρα από την συμφωνία ή διαφωνία με τις πρακτικές του αντεξουσιαστικού χώρου, ιδίως στο ζήτημα της λειτουργίας της βίας, οφείλουμε να σταθούμε «δικαιωματικά» αλληλέγγυοι σε όσους/ες  χτυπιούνται από την κρατική καταστολή, όπως επιτάσσει μια υγιής αριστερή παράδοση από την «παράνομη» εποχή του κόμματος των Μπολσεβίκων (1900-1917), μέχρι τις δίκες της «εξάρθρωσης της τρομοκρατίας» στην Ελλάδα του 2002.        


                    ένα κείμενο του Δημήτρη Μπελαντή (από εδώ)

16/1/13

Nagisa Oshima



Nagisa Oshima (1932-2013)


Νεορωμιοί - του Κωστή Παπαγιώργη




«Βλέποντας τα ονόματα που τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ της Ειρήνης -Μεναχέμ Μπέγκιν, Χένρι Κίσινγκερ και Μπαράκ Ομπάμα-, μας έρχεται στο νου μια φράση του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, για τον οποίο αυτή η τιμητική διάκριση θα ήταν ορθότερο να αποκαλείται «βραβείο Νόμπελ του Πολέμου». 

Ευτυχής η Ευρωπαϊκή Ενωση που τιμήθηκε με εκείνο που θα μπορούσε να αποκληθεί "βραβείο Νόμπελ του Ναρκισσισμού". Πάντως, μπορούμε να υπολογίζουμε στο Οσλο για να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Το επόμενο έτος έχουμε δικαίωμα να ελπίζουμε ότι η επιτροπή του Νόμπελ θα πράξει το καλύτερο· με άλλα λόγια, θα δώσει το βραβείο στον εαυτό της». 

Απόσπασμα από το άρθρο του Πέρι Αντερσον στη «Monde diplomatique».


Αρχίσαμε με ξένο παράθεμα, και δη ευρωπαϊκό, για να τονίσουμε ότι πάσα σκέψη του νεοέλληνα αντλείται εκ δυσμών και ταξιδεύει προς ανατολάς. Εκ δυσμών αντλήθηκε η ιδέα της Επανάστασης του '21, αλλά εξ ανατολών καλλιεργήθηκε. Εκ δυσμών κατέφθασαν οι φιλέλληνες, αλλά εξ ανατολών έσπευσαν οι πρώτοι υποψήφιοι της αρχηγίας. Εκ δυσμών αντλήθηκαν οι ιδέες και τα δάνεια, αλλά εξ ανατολών οι Φιλικοί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εξαιρουμένου του Καποδίστρια, η χώρα ζήτησε και βρήκε βασιλιά Γερμανό με αντιβασιλεία τον Αρμανσμπεργκ, τον Μάουρερ και τον Χάιντεκ, οπότε δεν πρέπει να μας φαίνεται παράδοξο το γεγονός ότι η ελληνική πατρίδα -ακόμη και σήμερα- έχει απόλυτη ανάγκη τους Γερμανούς για να μακροημερεύσει. 

Από τότε κιόλας ο τόπος αξιολογούνταν πολύ περισσότερο απ' ό,τι οι άνθρωποι, οι αρχαίοι υπερείχαν συντριπτικά έναντι των συγχρόνων, η θέση της χώρας ήταν ασυγκρίτως πιο καίρια από τα έργα των ντόπιων, γενικά η Ελλάδα προφερόταν στεντορεία τη φωνή, ενώ οι Ελληνες (και πιο σωστά οι νεοέλληνες) μπορούσαν εν ανάγκη και να αποσιωπηθούν. Το παράδοξο ήταν ότι αντί οι ντόπιοι -αυτό το φοβερό συνονθύλευμα γρεκο-αρβανιτο-βλαχο-τουρκο-πληθυσμών- να νιώθουν περήφανοι που, έστω και με ξένα χέρια, ελευθερώθηκαν, λόγω της ξένης επιρροής στράφηκαν απολύτως προς την ένδοξη καταγωγή. Εξ ου και η κούφια αρχαιολατρία και η διεκδίκηση των Μαρμάρων του Παρθενώνα.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι η μεταχουντική εποχή είναι η μόνη περίοδος που δεν βρεθήκαμε εν πολέμω, καταλαβαίνουμε τι βαρύ έργο είχαν επωμιστεί οι πληθυσμοί. Οταν μάλιστα μας κάλεσαν να ποζάρουμε σαν Ευρωπαίοι (αφού το ήθελε η Ευρωπαϊκή Ενωση) κολλώντας το ευρώ στο κούτελο, οι λίγοι έξυπνοι αυτής της χώρας κατάλαβαν ότι οι μέρες μας είναι μετρημένες. Ηδη ο συγχωρεμένος Ζήσιμος Λορεντζάτος -παρότι άσχετος με την οικονομία- τόνιζε σε ένα κείμενό του: «Επιτέλους, πότε αυτός ο λαός θα ζήσει με δικά του λεφτά αντί για δανεικά;»

Το κοινοτικό πνεύμα της επαρχίας εξέπνευσε προ πολλού, τα ήθη καταλύθηκαν, η πρωτεύουσα απέβη φροντιστήριο εκφυλισμού και η πολιτική «δημοκρατικό προνόμιο» για αθέμιτο πλουτισμό. Οπως όλοι γνωρίζουν, η είσοδος στην Ε.Ε. υπονόμευσε και τις έσχατες αντιστάσεις του πληθυσμού - η γεωργία, για παράδειγμα, που απασχολούσε το πιο αυθεντικό τμήμα του πληθυσμού, εξουδετερώθηκε, καθότι πολλές καλλιέργειες απαγορεύτηκαν έναντι στοιχειώδους μισθού. Ο πρωτογενής τομέας διαλύθηκε και οι πρώην γεωργοί έπιασαν στασίδι στα καφενεία και στα σκυλάδικα της επαρχίας. Και όλα αυτά γιατί; Για τον περιζήτητο καταναλωτικό βίο.

Οπότε τι θα έκανε η ντόπια πολιτική που, πέραν του γεγονότος ότι δεν ντρέπεται, ήξερε ότι μεγαλουργεί μόνο σε εποχές προεκλογικές; Γενικά, οι νεόκοποι πολιτικοί κερδίζουν τη δόξα του προσώπου τους μόνο υπό μορφήν σκιώδους αντιπολιτεύσεως. Μια ματιά στη Βουλή μάς πείθει πέρα για πέρα. Οσο για τη σκληρή οικονομική τάξη που δρα εξ αοράτου και έχει τη χώρα γραμμένη στα παλιά της τα παπούτσια, με άλλα λόγια αυτή που ζει στη χώρα αλλά τρέφεται από εξωχώριες εταιρείες, απαρτίζεται από το χειρότερο είδος διεφθαρμένου νεοέλληνα, ο οποίος κατέχει -ατιμίας ένεκεν- τα περισσότερα προνόμια. 

                                                      ένα κείμενο του Κωστή Παπαγιώργη (από εδώ)

15/1/13

Scott Walker





( Ελπίζω, εάν φτάσω στην ηλικία του, να είμαι κάπως σαν τον Scott Walker )