7/1/13

Γιάννης Πατίλης




Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη

Από τις πιο δυναμικές φωνές της λεγόμενης γενιάς του '70, με στίγμα ευδιάκριτο και σαφές στο πνευματικό μας τοπίο, ο Γιάννης Πατίλης με την καινούργια του ποιητική συλλογή "Αποδρομή του αλκοόλ" (εκδ. ύψιλον βιβλία) επανέρχεται στην οξεία κριτική που κατ' εξακολούθηση έχει ασκήσει μέσω της ποίησής του στα νεοελληνικά πεπραγμένα. Τέκνα της εποχής τους, τα καινούργια του ποιήματα προσφέρουν πολλαπλές αφορμές για αναστοχασμό, καθώς ανασκάπτουν τη νεοελληνική ιστορία πιάνοντας το νήμα του κακού ριζικού μας από τα πρώτα επαναστατικά χρόνια και αναζητούν την ουσία στα βάθη των κοινωνικοπολιτικών προταγμάτων.

Σαρκάζων και αυτοσαρκαζόμενος, καυστικός και ανελέητα κριτικός, ο ποιητικός λόγος του Γιάννη Πατίλη αντιμάχεται τη νεοελληνική παθογένεια, την πολιτική ορθότητα του ανορθολογισμού των αμέσως προηγούμενων ετών, τσαλακώνει τις φούσκες που επέβαλε το πολιτικό σύστημα, αλλά υπονομεύει την εικόνα του ποιητή και επιλέγει συνειδητά να μιλήσει για την κρίση συνδιαλεγόμενος με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Για τον Γιάννη Πατίλη εξάλλου από εκείνα τα χρόνια γεννιούνται όλα τα κακά του ριζικού μας. Η καινούργια ποιητική συλλογή του δίνει την αφορμή για τη συζήτησή μας, κατά την οποία ο ίδιος μιλά για την ποίηση στα χρόνια της κρίσης, για την κρίση, για τις χαμένες αξίες που πρέπει να ανασύρει πλέον ο Νεοέλληνας. Επιπλέον ανακοινώνει ότι αναστέλλει την έκδοση του "Πλανόδιον", του λογοτεχνικού περιοδικού που εκδίδει επί 26 συναπτά έτη.

Την εποχή της κρίσης γράφονται ποιήματα για την κρίση;

Ναι, ευτυχώς γράφονται. Το "Αέρας Αύγουστος" του Κώστα Κουτσουρέλη, τα "Στασιωτικά" του Γιώργου Μπλάνα, το "Μαύρο χρήμα" του Ντίνου Σιώτη, είναι ποιητικά βιβλία που προϋποθέτουν την κρίση. Και ξαφνικά η κρίση μοιάζει να γίνεται ένας δρόμος για να ξεφύγει η ποίηση από τη δική της κρίση!

Η ποίηση μπορεί να αποτελέσει αφορμή συλλογικής περισυλλογής;

Οι κοινωνικοί αγώνες δεν είναι το προνομιακό πεδίο της ποίησης. Μπορεί όμως να εκφράσει και, συνεπώς, σε ένα βαθμό να λυτρώσει την αγωνία του ευαίσθητου δέκτη ότι δεν μένει δίχως απάντηση το κοινωνικό κακό που μας περιβάλλει. Πάντως, ως φαινόμενο των καιρών, έχουμε να παρατηρήσουμε τα τελευταία χρόνια μια κίνηση εξωστρέφειας όχι μόνο στην ίδια τη θεματική της ποίησης που γράφεται αυτή την περίοδο, αλλά και στη φυσική παρουσία των ποιητών μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα ήταν η εκδήλωση που έκανε το περιοδικό "Μανδραγόρας" σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων στις αρχές Ιουλίου στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπου εκατοντάδες συμπολίτες μας πήγαν να ακούσουν τους ποιητές να διαβάζουν ποίηση. Εξίσου έντονη και συνεχόμενη κοινωνική δραστηριότητα αναπτύσσει και ο "Κύκλος Ποιητών".

Σα να μου λέτε ότι στις μέρες μας δεν αρκεί μόνο το ίδιο το ποίημα, αλλά βαρύνουσας σημασίας είναι και η δράση του ποιητή.

Πρόκειται για μια ανάγκη των ποιητών να διαμορφώσουν έναν αυτόνομο χώρο ποιητικής έκφρασης και επικοινωνίας με τους αναγνώστες τους, καθώς η ποίηση τις τελευταίες δεκαετίες είναι παντελώς και σκοπίμως αποκλεισμένη από τα ΜΜΕ. Αυτό το τελευταίο δεν έχει να κάνει με την οικονομική κρίση όσο με τη σταδιακή επικράτηση της αγοράς στις αξίες πολιτισμού. Ταυτοχρόνως, βλέπουμε και κάτι πρωτοφανέρωτο: τα νέα μέσα, το Δίκτυο με την ηλεκτρονική του αλληλογραφία, το φέισμπουκ, τις ιστοσελίδες του, δίνουν στον ποιητή την εναλλακτική αλλά πιο ουσιαστική διαδρομή προς τον αναγνώστη. Εδώ δεν χρειάζεται η διαμεσολάβηση του δημοσιογράφου. Ο ίδιος ο ποιητής γίνεται ο μεσάζων της δουλειάς του. Έτσι οι μικρές διαδικτυακές καλλιτεχνικές κοινότητες δεν περιορίστηκαν στον ψηφιακό τους κόσμο. Σύντομα βγήκαν στον πραγματικό κόσμο και πήγαν να συναντήσουν το κοινό τους, τους φίλους τους να το πούμε καλύτερα, σε μπαράκια, σε βιβλιοπωλεία, σε πολιτιστικούς χώρους. Ο δρόμος αυτός είναι πιο ταιριαστός και κοινωνικά πιο απελευθερωτικός για την ποίηση.

"Χασάπης της γλώσσας του είναι ο ποιητής / μαυρόψυχος που καίει το λίπος του / να φτιάξει ένα κερί..." γράφετε στην τελευταία σας συλλογή "Αποδρομή του αλκοόλ". Προσπαθείτε να ανατρέψετε την εικόνα που έχουμε για τον ποιητή;

Προσπαθώ να υπονομεύσω την εικόνα του ποιητή ως πολιτιστικώς ορθού κοινωνικού προτύπου για έναν υψηλό πολιτισμό στον οποίο όμως ο αναγνώστης ουσιαστικά δεν μετέχει. Κολακεύεται από το κύρος που απολαμβάνει η ποίηση μεταφέροντας εύκολα τις αρετές του έργου στο πρόσωπο. Στην πραγματικότητα, ο συνηθισμένος αναγνώστης δεν καταλαβαίνει την ποίηση, επειδή, λόγω της περιορισμένης και εργαλειακής σχέσης που έχει με τη γλώσσα, δεν αντιλαμβάνεται τον βιασμό και τις αποκλίσεις που ασκεί ο ποιητής σʼ αυτήν. Παράλληλα, φαντάζεται τον ποιητή ως τον ιδανικό κοινωνικό τύπο στον χώρο του πολιτισμού, λησμονώντας πως πρόκειται για έναν άνθρωπο συχνά εσωτερικά σπαραγμένο, γεμάτο εφιάλτες, ελαττώματα και κακίες, που βρίσκει τη λύτρωσή του στο ποίημα.


Στην τελευταία σας συλλογή προσπαθώντας να μιλήσετε για την τωρινή κρίση παρακολουθείτε σταθμούς της νεώτερης ιστορίας του τόπου μας, γιατί;

Διότι αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι προϊόν των τελευταίων δεκαετιών. Έχει ιστορικό βάθος και ρίζες που το εξηγούν, η διερεύνηση των οποίων μας βοηθά να το κατανοήσουμε και να το υπερβούμε οδυνηρά. Επειδή μια τέτοια υπέρβαση προϋποθέτει να καταρρεύσουν αυταπάτες που μας αποκοίμιζαν επί δεκαετίες, κυρίως με μια επίπλαστη ευμάρεια.


Όπως το λέει ο ποιητής Τάκης Παυλοστάθης (1945-1999) στο δίστιχο «και τα οράματα / σαν παροράματα» που έχετε ως προμετωπίδα στο βιβλίο σας;

Ναι. Η στιγμή της συνειδητοποίησης ότι εκείνο που μια ζωή θεωρούσες και σε μεθούσε ως το όραμά σου ήταν ένα παρόραμα, σε οδηγεί στην οδυνηρή κατάσταση του μεθυσμένου, όταν πλέον αρχίζει η αποδρομή του αλκοόλ, σʼ εκείνο δηλαδή το εφιαλτικό συναίσθημα αυτοσιχασιάς και κάποτε επώδυνης μετάνοιας που ακολουθεί. Αυτό ζούμε τώρα.

Και εσείς ιστορικά επισημαίνετε κάποιους σταθμούς για τούτη την εξέλιξη, αρχής γενομένης από τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου για την Ελλάδα της Νέας Εποχής γράφετε χαρακτηριστικά: «...μια φαντασίωσις ήσουν νεωτερική / που σε ξεγέννησαν για δοκιμή / τρεις ναυαρχίδες...» Μια τρόικα, δηλαδή, μας ακολουθεί από καταβολής νέου ελληνικού κράτους.

Μια τρόικα προστατιδών δυνάμεων, όπως μας προειδοποίησαν δραματικά για τους κινδύνους της Σολωμός και Κάλβος. Και αυτή ακριβώς η ανεύρετη νεωτερικότητα ήταν το όραμά μας για δύο αιώνες, το οποίο αποδείχτηκε τραγικό παρόραμα, ένα εφταμηνίτικο που το μεγάλωσαν η "ανάδελφος διαφθορά / Ή αλληλοπεριχώρησις των σοσιαλιστών με τα λαμόγια / Το συναμφότερον Οικογενείας και Βουλής", όπως επισημαίνεται στους επόμενους στίχους. Παραμένουμε δηλαδή ασυγχώρητα αρχαϊκοί, εξαπατώντας συνεχώς τους εαυτούς μας με δήθεν εκσυγχρονισμούς και εξαπατημένοι μονίμως από τους πολιτικούς μας.

Το όραμά μας εξακολουθεί να είναι η νεωτερικότητα;

Προφανώς, γιατί όλοι επικαλούμαστε λ.χ. το ευρώ χωρίς όμως να είμαστε διατεθειμένοι να αναλάβουμε το μεγάλο κόστος του εκσυγχρονισμού των αρετών μας, εγκαταλείποντας, ταυτοχρόνως, αυτό που δύο αιώνες τώρα αποτελούσε το αρνητικό κομμάτι της ανάδελφης ταυτότητάς μας και το οποίο μας έκανε με λάθος τρόπο να νιώθουμε υπερήφανοι.

Και για ποιο θα μπορούσαμε να είμαστε υπερήφανοι;

Για αξίες που, δυστυχώς, φαίνεται ότι έχουμε ξεχάσει: για το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης που καλλιεργούσε παραδοσιακά η κοινοτική και εκκλησιαστική εμπειρία, για την αυτάρκεια και το λιτοδίαιτο που συνιστούσαν επίσης παραδοσιακές επιβιωτικές αξίες του Έλληνα, για την εργατικότητα ως αυτονόητη κοινωνική αξία, έναντι της "μαγκιάς" τού να σε τρέφει το πελατειακό κράτος που τελικά επικράτησε, και πάνω απ' όλα για την κοινωνική αυτοθυσία, άθλημα στο οποίο το τελευταίο συλλογικό υποκείμενο που διέπρεψε ήταν η Αριστερά των πολλών του χθες. Ο έως χθες επινοητικότατος και εφευρετικότατος Έλληνας θα πρέπει να επινοήσει εκ νέου το μέλλον του αξιοποιώντας τα πιο πολύτιμα στοιχεία του παρελθόντος του.

Υπ' αυτή την έννοια αναγιγνώσκουμε εν τέλει ένα αισιόδοξο προαίσθημα στο κατά τα άλλα σκληρό βιβλίο σας;

Ίσως. Με το συλλογικό βίωμα της κατάρρευσης του συστήματος των παθογενειών που εξέθρεψε η πολιτική σ' αυτόν τον τόπο και την εσωτερίκευσή του από τον καθένα μας. Τις τελευταίες δεκαετίες αυτό το σύστημα είχε συμπυκνωθεί και συμβολοποιηθεί στα φαινόμενα του δικομματισμού και του πελατειακού κράτους. Βέβαια, δεν είναι τόσο η κατάρρευση του δικομματισμού προϋπόθεση για τη χειραφέτηση της πολιτικής μας ζωής όσο η κατάρρευση της κομματικοκρατίας γενικώς, δηλαδή τού να θέλουμε το κόμμα ως υπερασπιστή στενών προσωπικών ή συντεχνιακών συμφερόντων, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις συγκρούονται με το συλλογικό συμφέρον των κοινωνικά πιο αδύναμων που οφείλει να υπηρετεί ένα αριστερό δημοκρατικό κόμμα στον καπιταλιστικό κόσμο.

Είναι λοιπόν ώρα να αναλάβουμε όλοι το μερίδιο της προσωπικής μας ευθύνης;

Είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε, αλλιώς δεν θα επιβιώσουμε ως κοινωνικό σύνολο, ως κοινωνία με τα συγκεκριμένα εθνολογικά και πολιτισμικά μας χαρακτηριστικά. Και αυτή η προσωπική ευθύνη αποκτά το βαθύτερο νόημά της με την ανιδιοτελή όσο και κριτική επανένταξή μας στους κοινωνικούς αγώνες και γενικότερα στα κοινά...


Με έκπληξη σας ακούμε να μας πληροφορείτε ότι το "Πλανόδιον", το λογοτεχνικό περιοδικό που εκδίδετε επί 26 συναπτά έτη, αναστέλλει την έκδοσή του. Θύμα της κρίσης κι αυτό;

Σίγουρα όχι. Ήταν τόσο μικρό και καλά οργανωμένο, με ελάχιστες εξαρτήσεις από την αγορά, που θα μπορούσε να συνεχίζει, ίσως για καιρό... Αλλά 26 χρόνια είναι εξαιρετικά πολλά για έναν άνθρωπο του οποίου η έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού δεν υπήρξε ποτέ η μοναδική (και υπερβαλλόντως απαιτητική) αγάπη! Το αίσθημα του σημαντικού έργου που επιτελέστηκε και συνεχίζει να υπάρχει εκεί αποζημιώνει με το παραπάνω, όχι μόνον εμένα, αλλά και όσους αυτά τα χρόνια συμμερίστηκαν την αγάπη μου αυτή...

        
                                                                       Από την εφημερίδα Αυγή.
                                       Mια άλλη πρόσφατη συνέντευξη του Γιάννη Πατίλη εδώ.